Ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων, τον Δεκέμβριο του 1943, αποτελεί, αναμφίβολα, ένα από τα σημαντικότερα ιστορικά γεγονότα της νεότερης ελληνικής ιστορίας και παράλληλα σηματοδοτεί διαχρονικά ένα από τα πιο στυγνά εγκλήματα των δυνάμεων κατοχής στην Ελλάδα, και γενικότερα στην Ευρώπη, κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Παρά την πάροδο εβδομήντα και πλέον ετών από τον μοιραίο εκείνο Δεκέμβριο του 1943, τα γεγονότα που εξελίχθηκαν και οδήγησαν τελικά στο Ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων παραμένουν ανεξίτηλα χαραγμένα στην ιστορική μνήμη.
Ο Διοικητής της 117 Jager Division von Karl Le Suire
Η μονογραφία ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ «ΚΑΛΑΒΡΥΤΑ». Η δράση της 117 Μεραρχίας Κυνηγών μέσα από τα Γερμανικά Αρχεία αποτελεί τον πρώτο τόμο μίας σειράς εκδόσεων με βάση τα γερμανικά αρχεία που διαθέτει η Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού (ΔΙΣ). Επιδίωξη της Διεύθυνσης είναι να αναδειχθούν, μέσω της προαναφερθείσας σειράς, τόσο η ιστορική αξία των εγγράφων αυτών όσο και η εξέλιξη των γεγονότων μέσα από τη δράση των γερμανικών μονάδων στον ελληνικό χώρο.
Η παρούσα μονογραφία αναφέρεται στην εκκαθαριστική επιχείρηση των Γερμανών στα Καλάβρυτα. Για πρώτη φορά, το ελληνικό κοινό αποκτά πρόσβαση σε πρωτογενές αρχειακό υλικό, το οποίο καταγράφει το σκεπτικό της γερμανικής ηγεσίας και τα γεγονότα που οδήγησαν τελικά στο Ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων. Το πρωτότυπο αρχειακό υλικό που χρησιμοποιήθηκε περιλαμβάνει διαταγές επιχειρήσεων, ημερήσιες αναφορές μονάδων, σχέδια άμυνας και γενικές διαταγές της Διοίκησης της 117ης Μεραρχίας Κυνηγών, καθώς και αποσπάσματα από τις αναφορές του Γερμανού Αρχιστρατήγου Νοτιοανατολικής Ευρώπης.
Η αλληλογραφία και οι αναφορές των αξιωματικών και των μονάδων του γερμανικού στρατού όχι μόνον παρατίθενται πλέον σε πλήρη μορφή αλλά και μεταγραμμένα-μεταφρασμένα στην ελληνική γλώσσα. Με αυτόν τον τρόπο, ο κάθε ενδιαφερόμενος Έλληνας αναγνώστης έχει τη δυνατότητα άμεσης πρόσβασης στην πρωτογενή αρχειακή πηγή, προκειμένου να διαμορφώσει την προσωπική του άποψη για τη ακρίβεια της ιστορικής πληροφορίας.
Πρέπει, στο σημείο αυτό, να τονιστεί η μεγάλη αξιοπιστία των πληροφοριών που προσφέρει το εν λόγω αρχειακό υλικό, αφού τα συγκεκριμένα έγγραφα δε συντάχθηκαν με σκοπό να δουν το φως της δημοσιότητας. Αντίθετα, πρόκειται για τις απόρρητες αναφορές των αξιωματικών προς τους ανωτέρους τους, οι οποίες, όπως είναι φυσικό, διακρίνονται από όλη εκείνη την ακρίβεια που ένας διοικητής αναμένει από τις αναφορές των υφισταμένων του, ιδιαίτερα σε συνθήκες πολέμου.
Η αυθεντικότητα και ο πλουραλισμός των πηγών που χρησιμοποιήθηκαν για τη συγγραφή της συγκεκριμένης μονογραφίας συνιστούν τα εχέγγυα για την αξιοπιστία και αποδοχή των εξιστορούμενων γεγονότων. Η παρούσα μονογραφία απευθύνεται στο κοινό που ενδιαφέρεται για την απροκατάληπτη και επιστημονικά διερευνήσιμη αναζήτηση της ιστορικής αλήθειας.
Ιωάννης Γεμενετζής Συνταγματάρχης (ΠΒ) – Ιστορικός
Ο ιστορικός τόμος ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ «ΚΑΛΑΒΡΥΤΑ». Η δράση της 117 Μεραρχίας Κυνηγών μέσα από τα Γερμανικά Αρχεία αποτελεί έκδοση της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού του ΓΕΣ.
Πληροφορίες για τις εκδόσεις της ΔΙΣ μπορείτε να βρείτε στην ιστοσελίδα http://dis.army.gr/el/content/nees-kyklofories ενώ τα σημεία πώλησης των βιβλίων μπορείτε να τα αναζητήσετε στην ιστοσελίδα http://dis.army.gr/el/content/publications
Ο Συνταγματάρχης (ΠΒ) Ιωάννης Γεμενετζής γεννήθηκε στην Πάτρα το 1966. Αποφοίτησε από τη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων με το βαθμό του Ανθυπολοχαγού Πυροβολικού (1988) και από το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Σήμερα υπηρετεί ως Ιστορικός στη Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού (ΔΙΣ) όπου είναι υποδιευθυντής, αρμόδιος για το αρχείο της περιόδου της Εθνικής Αντίστασης (1941-1944). Παράλληλα, είναι πρόεδρος της Ελληνικής Επιτροπής Στρατιωτικής Ιστορίας (Ε.Ε.Σ.Ι.).
Έχει συμμετάσχει στις συλλογικές εκδόσεις της ΔΙΣ Οι πολιτικοκοστρατιωτικές σχέσεις Ελλάδας – Γαλλίας (19ος – 20ός αιώνας) και Μνήμες Πολέμου καθώς και στη συλλογική έκδοση Εμείς οι Έλληνες (εκδόσεις ΣΚΑΪ).
Έχει συγγράψει τη μονογραφία Η Επιχείρηση Καλάβρυτα μέσα από τα Γερμανικά Αρχεία, καθώς και τον τόμο Οι κυριότερες μάχες του Ελληνικού Στρατού (1897–1955) της ΔΙΣ.
Υπήρξε υπεύθυνος έργου του προγράμματος «Κοινωνία της Πληροφορίας» της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την «Ψηφιοποίηση, ανάδειξη και προβολή του ιστορικού αρχείου της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού».
Άρθρα και μελέτες του έχουν δημοσιευθεί κυρίως στη Στρατιωτική και Ναυτική Επιθεώρηση, στο διαδικτυακό κόμβο του ΓΕΣ καθώς και σε ελληνογαλλικές και ελληνοβουλγαρικές εκδόσεις στο πλαίσιο συνεργασίας της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού με τις αντίστοιχες Διευθύνσεις Γαλλίας και Βουλγαρίας.
Αποσπάσματα από την Εισαγωγή του βιβλίου:
[…] Οι γερμανικές δυνάμεις κατοχής στήριξαν την επιβολή της κυριαρχίας τους όχι μόνο στην υποταγή του λαού αλλά και στη συνεργασία των ανδρείκελων αρχών. Κάθε αντίσταση και κάθε αντίδραση τιμωρείτο με αντίποινα που έλαβαν τη μορφή αθρόων εκτελέσεων ανθρώπων ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας και ολοσχερών καταστροφών περιουσιακών στοιχείων. Με βάση την αρχή αυτή, τα στρατεύματα κατοχής (γερμανικά, ιταλικά και βουλγαρικά) προέβησαν σε εγκλήματα και δηώσεις σε βάρος του ελληνικού πληθυσμού, με δικαιολογία τη δράση των αντιστασιακών οργανώσεων.
Τα εγκλήματα που διέπραξαν οι Γερμανοί αποτελούν ενιαίο και αναπόσπαστο μέρος της ναζιστικής αντίληψης περί ολοκληρωτικού πολέμου και διεξήχθησαν στο πλαίσιο της εκτέλεσης ενός προσυμφωνημένου και προμελετημένου σχεδίου τρομοκράτησης και εκμετάλλευσης των κατοίκων των κατεχόμενων περιοχών. Απώτερος σκοπός τους ήταν να εξαλείψουν κάθε μορφή αντίστασης που θα απειλούσε με άμεσο ή έμμεσο τρόπο την επιβολή και διατήρηση της εξουσίας τους.
Στο πλαίσιο αυτής της προσχεδιασμένης «πολιτικής» εκτελέστηκαν χιλιάδες όμηροι και κρατούμενοι που είχαν συλληφθεί για αντίποινα, εφαρμόσθηκαν μέτρα αντεκδικήσεων, γκρεμίστηκαν πόλεις και χωριά, εξοντώθηκαν χιλιάδες αθώοι πολίτες σε μαζικές εκτελέσεις και καταστράφηκαν περιουσίες.
Η ευθύνη των αθώων για «αδικήματα» που διέπραξαν άλλοι ήταν η επίσημη πολιτική και στάση των αρχών κατοχής, οι οποίες φρόντιζαν να υλοποιήσουν τις αποφάσεις, καθόσον, όπως είναι γνωστό, οι Γερμανοί είχαν προσδιορίσει τους ομήρους ως «κατοίκους μιας χώρας που εγγυώνται με την ζωή τους την άψογη συμπεριφορά του πληθυσμού». Αυτό το δόγμα πήρε την επίσημη έγκριση το Σεπτέμβριο του 1941 με την έκδοση μιας γενικής διαταγής που έφερε την υπογραφή του Βίλχελμ Κάιτελ (Wilhelm Bodewin Johann Gustav Keitel).
[…] Ιδιαίτερη μνεία χρήζει να γίνει για τα εγκλήματα και τις δηώσεις στο Δήμο Καλαβρύτων, ο οποίος γνώρισε, κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής, τεράστιες απώλειες σε έμψυχο δυναμικό, απόρροια μαζικών εκτελέσεων αμάχων και ολοκληρωτικών καταστροφών. Λόγω καταστροφής των αρχείων του Δήμου τα στοιχεία αντλήθηκαν από δελτία πληροφοριών και από τον ημερήσιο Τύπο, καθώς και από το υπάρχον γερμανικό αρχειακό υλικό.
Αποκορύφωμα της γερμανικής θηριωδίας υπήρξε η εκτέλεση 497 κατοίκων των Καλαβρύτων και 180 από τα γύρω χωριά, πολλά από τα οποία πυρπολήθηκαν τον Δεκέμβριο του 1943. Η τραγωδία αυτή αποτέλεσε ένα από τα αγριότερα ομαδικά εγκλήματα του ναζισμού εναντίον άοπλου πληθυσμού.
[…] Κατά τη διάρκεια της ιταλογερμανικής κατοχής και ειδικότερα το 1943 η ευρύτερη περιοχή Αιγιαλείας-Καλαβρύτων υπήρξε πεδίο σημαντικής αντιστασιακής δράσης. Τα πολυάριθμα σαμποτάζ και οι ανταρτικές ενέδρες διαμόρφωσαν ένα γενικότερο κλίμα ανησυχίας και η κατατρόπωση των επαναστατικών ομάδων γύρω από τα Καλάβρυτα κρίθηκε από το γερμανικό Επιτελείο ως μια απολύτως απαραίτητη στρατιωτική αναγκαιότητα.
Η Μάχη της Κερπινής στις 16-17 Οκτωβρίου του 1943 μεταξύ του «Ανεξάρτητου Τάγματος Καλαβρύτων» του ΕΛΑΣ (μετέπειτα 2ο Τάγμα του 12ου Συντάγματος ΕΛΑΣ) και του 5ου Λόχου του 749ου Συντάγματος Κυνηγών, που είχε ως αποτέλεσμα την αιχμαλωσία ογδόντα ενός Γερμανών ‒Λόχος Σόμπερ (Schober)‒ ήταν η αφορμή για την Επιχείρηση «Καλάβρυτα» (Unternehmen ‘‘Kalavryta’’).
Μέγα Σπήλαιο: καταστροφή των Ιερών Μονών από τους Γερμανούς
Η διαταγή για την επιχείρηση υπογράφηκε στις 25 Νοεμβρίου του 1943 από το διοικητή της 117ης Μεραρχίας Κυνηγών και σκοπός της ήταν η εκκαθάριση του ορεινού όγκου του Χελμού από αντιστασιακές ομάδες, η αναζήτηση των Γερμανών αιχμαλώτων του Λόχου Σόμπερ και η τρομοκράτηση του πληθυσμού με εκτελέσεις αμάχων και λεηλασίες, προκειμένου να μην προσφέρουν υποστήριξη στους αντάρτες. Η επιχείρηση πραγματοποιήθηκε από 5 έως 15 Δεκεμβρίου του 1943 και υπήρξε μία από τις πιο απάνθρωπες της Βέρμαχτ όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στην Ευρώπη γενικότερα.
Οι γερμανικές δυνάμεις χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες μάχης, συνολικής δύναμης 3.000 ανδρών, και ξεκίνησαν αντίστοιχα από την Πάτρα, το Αίγιο και τη Βυτίνα, έχοντας η κάθε μια διαφορετικό βάθος δράσης. Κατά τη διάρκεια των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων, τα χωριά και οι κάτοικοι της περιοχής γνώρισαν την αγριότητα των γερμανικών αντιποίνων και ιδιαίτερα μετά τις 8 Δεκεμβρίου, όταν έγινε γνωστό ότι εβδομήντα πέντε Γερμανοί αιχμάλωτοι εκτελέστηκαν από τους αντάρτες στην τοποθεσία Μαγέρου κοντά στο χωριό Μάζι, οπότε τα γερμανικά τμήματα, με επικεφαλής τον Ταγματάρχη Εμπερσμπέργκερ (Ebersberger), αφάνισαν πλέον τα πάντα στο πέρασμά τους.
Στις 8 Δεκεμβρίου έκαψαν ολοσχερώς τους Ρογούς, την Κερπινή, την Άνω και Κάτω Ζαχλωρού, εκτελώντας άνδρες και παιδιά. Επιπλέον, εκτελέστηκαν δεκαέξι άτομα στη Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου και δέκα μοναχοί στη θέση Ψηλός Σταυρός. Την επόμενη ημέρα κατέκαψαν τα χωριά Σούβαρδο και Βραχνί, ενώ αποκορύφωμα της επιχείρησης αποτέλεσε, στις 13 Δεκεμβρίου, η λεηλασία, πυρπόληση και ολοκληρωτική καταστροφή των Καλαβρύτων και, τέλος, η εκτέλεση όλου του ανδρικού πληθυσμού της πόλης, ηλικίας από δεκατεσσάρων ετών και άνω, στη Ράχη του Καππή. Το ολοκαύτωμα συνεχίστηκε και την επόμενη ημέρα στο χωριό Βισοκά και στο ιστορικό Μοναστήρι της Αγίας Λαύρας, όπου και έπεσε η αυλαία της επιχείρησης.
Οι Γερμανοί εισήλθαν στα Καλάβρυτα στις 9 Δεκεμβρίου του 1943. Την έντονη ανησυχία των κατοίκων κατεύνασαν οι διαβεβαιώσεις του Γερμανού διοικητή ότι δε θα διέτρεχαν κανένα κίνδυνο. Μάλιστα ορισμένοι Καλαβρυτινοί που είχαν εγκαταλείψει την πόλη από το φόβο αντιποίνων επέστρεψαν στα σπίτια τους. Οι Γερμανοί προχώρησαν αρχικά στην πυρπόληση οικιών που ανήκαν σε μέλη αντιστασιακών οργανώσεων. Στη συνέχεια αναζήτησαν την τύχη των Γερμανών τραυματιών της Μάχης της Κερπινής και στις 12 του μηνός άρχισαν να ετοιμάζουν την αποχώρησή τους.
Όμως, το πρωί της 13ης Δεκεμβρίου, ημέρα Δευτέρα, χτύπησαν οι καμπάνες της κεντρικής εκκλησίας και δόθηκε διαταγή να συγκεντρωθούν όλοι οι κάτοικοι στο δημοτικό σχολείο, αφού πάρουν μαζί τους μία κουβέρτα και τρόφιμα μίας ημέρας. Στη συνέχεια, οι γυναίκες, τα παιδιά και οι λιγοστοί υπερήλικες της πόλης κλείστηκαν σε αίθουσες διδασκαλίας, ενώ όλοι οι άνδρες από 14 έως 65 ετών οδηγήθηκαν σε φάλαγγες σε κοντινή επικλινή τοποθεσία, τη Ράχη του Καππή.
Ο χώρος ήταν προσεκτικά επιλεγμένος, καθώς η αμφιθεατρική του διαμόρφωση δε θα επέτρεπε σε κανέναν να γλιτώσει από τις ριπές των πολυβόλων που είχαν τοποθετηθεί περιμετρικά. Το μεσημέρι της ίδιας ημέρας, με τη ρίψη φωτοβολίδων, δόθηκε το σύνθημα της εκτέλεσης. Οι ριπές των πολυβόλων θέρισαν τους Καλαβρυτινούς.
Το έγκλημα ολοκληρώθηκε με τις χαριστικές βολές στους επιζώντες. Τελικά, διασώθηκαν δεκατρία άτομα που «θάφτηκαν» κάτω από τα σώματα των εκτελεσθέντων. Στο δημοτικό σχολείο τα γυναικόπαιδα έζησαν στιγμές αγωνίας και τρόμου, καθώς οι φλόγες έζωναν το κτήριο. Σπάζοντας πόρτες και παράθυρα κατάφεραν να ξεφύγουν και αναζήτησαν τους οικείους τους.
Ανηφορίζοντας προς τον αγρό όπου οι Γερμανοί είχαν οδηγήσει τους άνδρες αντίκρισαν το φρικιαστικό θέαμα πατεράδων, γιων και αδελφών που κείτονταν νεκροί. Το δράμα ολοκληρώθηκε τις επόμενες ημέρες, με τις Καλαβρυτινές να σκάβουν πρόχειρους τάφους για να θάψουν τους νεκρούς τους. Με τις κουβέρτες που είχαν μαζί τους, μετέφεραν ορισμένους στο νεκροταφείο, ενώ άλλους τους έθαψαν στο λόφο.
Στην Τελική Αναφορά Εμπειριών της 117ης Μεραρχίας των Κυνηγών στις 19 Ιανουαρίου του 1944 αναφέρεται ότι καταστράφηκαν εικοσιτέσσερα χωριά και τρεις Μονές, οι εκτελέσεις δε, ανήλθαν σε 696 άτομα. Η επιχείρηση ολοκληρώθηκε στις 14 Δεκεμβρίου και οι γερμανικές Μονάδες επέστρεψαν στην βάση τους.
«[…] Ως πράξη αντιποίνων για τη δολοφονία των 75 αιχμαλώτων του Λόχου Σόμπερ διατάχθηκε ο τυφεκισμός του ανδρικού πληθυσμού και η πυρπόληση όλων των οικισμών στην περιοχή της επιχείρησης.
Στις 14.12.43 η επιχείρηση έληξε και οι μονάδες επέστρεψαν στα στρατόπεδα.
1. Απώλειες εχθρού: 17 νεκροί, πολλοί τραυματίες.
2. Φίλιες απώλειες: 13 νεκροί, 12 τραυματίες.
3. Αντίποινα
Οι ακόλουθοι οικισμοί καταστράφηκαν:
Ρογοί, Κερπινή, σιδηροδρομικός σταθμός Κερπινής, Άνω Ζαχλωρού, Κάτω Ζαχλωρού, Σούβαρδο, Βραχνί, Καλάβρυτα, Μονή Μεγάλου Σπηλαίου, Μονή [Αγίας] Λαύρας, Αγ. Κυριακή, Αυλές, Βισοκά, Φτέρη, Κλαπατσούνα, Πυργάκι, Βάλτσα, Μελίσσια, Μονή Ομπλού, Λαπαναγοί, Μάζι, Μαζέικα, Παγκράτι, Μορόχοβα, Δερβένι, Βάλτος, Πλανητέρο, Καλύβια (4 χλμ. Δ των Μαζέικων).
696 Έλληνες τυφεκίσθηκαν […]».
Τελική αναφορά εμπειριών
Η συγκέντρωση της ομάδας Gnass για την Επιχείρηση «Καλάβρυτα» πραγματοποιήθηκε σύμφωνα προς το σχέδιο. Το 749 Jager Retsiment ξεκίνησε για την επιχείρηση από τους χώρους στρατοπεδεύσεως των Πατρών και του Αιγίου. Η ημέρα X της επιχειρήσεως ήταν η 5.12.43. Πλην μιας παρατεταμένης ενόπλου συμπλοκής της Α.Α. 116 μάχιμης μονάδας Αναγνωρίσεων κοντά στο Παγκράτι, κατά τη διάρκεια της επιχειρήσεως δεν έλαβαν χώρα ευρείας εκτάσεως εχθροπραξίες. Ο εχθρός από την πρώτη ημέρα της επιχειρήσεως υποχώρησε με κατεύθυνση ανατολικά και βορειοανατολικά. Το 22ο Σύνταγμα Αεροπορικών Καταδρομών έλαβε στις 7.12.43 τη διαταγή να εμποδίσει τη διαφυγή των συμμοριών, διενεργώντας αποκλεισμό κατά μήκος της κοιλάδας του Φενεού (Επιχείρηση “Stiglitz”) και το 965 Σύνταγμα Πεζικού Φρουράς έλαβε στις 8.12.43 τη διαταγή να διενεργήσει αποκλεισμό με έναν ενισχυμένο λόχο στη γραμμή Νεμούτας – Λάλα – Δούκα, προκειμένου να εμποδίσει τη διαφυγή προς ΝΔ (Επιχείρηση “Büffel”).
Ως πράξη αντιποίνων για τη δολοφονία των 86 αιχμαλώτων του Λόχου Schober διατάχθηκε ο τυφεκισμός του ανδρικού πληθυσμού των Καλαβρύτων και η πυρπόληση όλων των οικισμών στην περιοχή της επιχειρήσεως. Στις 14.12.43 η επιχείρηση έληξε και οι μονάδες επέστρεψαν στα στρατόπεδα.
1.) Απώλειες εχθρού: 17 νεκροί, πολλοί τραυματίες.
2.) Φίλιες απώλειες: 13 νεκροί, 12 τραυματίες.
3.) Αντίποινα
Οι ακόλουθοι οικισμοί καταστράφηκαν:
Ρογοί, Κερπινή, Σιδηροδρομικός Σταθμός Κερπινής, Άνω Ζαχλωρού, Κάτω Ζαχλωρού, Σούβαρδο, Βραχνί, Καλάβρυτα, Μονή Μεγάλου Σπηλαίου, Μονή [Αγίας] Λαύρας, Αγ. Κυριακή, Αυλές, Βισοκά, Φτέρη, Κλαπατσούνα, Πυργάκι, Βάλτσα, Μελίσσια, Μονή Ομπλού, Λαπαναγοί, Μάζι, Μαζέικα, Παγκράτι, Μορόχοβα, Δερβένι, Βάλτος, Πλανητέρο, Καλύβια (4 χλμ. Δ των Μαζέικων).
696 Έλληνες τυφεκίσθηκαν.
4.) Λάφυρα
259.623.000 δραχμές σε κυκλοφορία.
12.460.000 δραχμές εκτός κυκλοφορίας.
5.740.000 Χρεόγραφα (υποτιμημένα).
1.930 πρόβατα, 19 βοοειδή, 27 μικροί ορεινοί ίπποι, 28 όνοι, 1 ίππος.
14 κυνηγετικά όπλα, 5 πιστόλια, 1 πιστόλι φωτοβολίδων.
1 ζεύγος κιάλια, ιταλικά πολεμοφόδια τυφεκίων και κυνηγετικά πολεμοφόδια.
5.) Στάση του άμαχου πληθυσμού
Ένα μεγάλο μέρος του άμαχου πληθυσμού είχε διαφύγει, καθώς φαίνεται, από το φόβο της αιχμαλωσίας, και στα χωριά είχαν παραμείνει κατά κύριο λόγο ηλικιωμένοι. Ο πληθυσμός που εναπέμεινε προσπάθησε μέσω υπερβολικής και δουλοπρεπούς ευγένειας και εκδηλώσεων συμπάθειας να αποδείξει ότι δεν είχε καμία σχέση με τις συμμορίες.
6.) Διασφάλιση ευκινησίας ορεινών ομάδων
Για τη διασφάλιση της ευκινησίας των ορεινών ομάδων του 749 Jager Retsiment και της Α.Α. 116 μάχιμης μονάδας Αναγνωρίσεων ήταν αναγκαία η χορήγηση τουρκμενικής φάλαγγας υποζυγίων και επιπρόσθετα κατασχέθη-καν στα χωριά ημίονοι και όνοι.
Π.χ. για έναν ενισχυμένο λόχο χρειάστηκε:
Δύναμη Υποζύγια για όπλα και πολεμοφόδια
(11 ελαφρά πολυβόλα, 1 ελαφρύ βομβιδοβόλο, 2 βαρέα πολυβόλα και 2 βομβιδοβόλα) Υποζύγια για 4 ημερήσιες ποσότητες επιμελητείας και διατροφής
174 32 19
7.) Οπλισμός και εξοπλισμός σε πολεμοφόδια
Μεταφέρθηκε ο πλήρης εξοπλισμός σε όπλα και πολεμοφόδια. Η διάθεση μιας πυροβολαρχίας υπήρξε εξαιρετικά αποδοτική και σε περίπτωση μεγαλύτερης επαφής με τον εχθρό θα ήταν ιδιαίτερης σημασίας.
8.) Ρυθμός προελάσεως της ορεινής ομάδας
Ο ημερήσιος ρυθμός των προσωρινά ευκίνητων ορεινών ομάδων ανέρχεται κατά μέσο όρο σε 20 χλμ.
Ρυθμός εμπροσθοφυλακής: 25 χλμ.
9.) Εξοπλισμός της διμοιρίας μηχανικού.
10.) 1 μηχανοκίνητη μονάδα διαβιβάσεων της μεραρχίας – μοίρα διαβιβάσεων.
11.) αα) μηχανοκίνητη θέση διαβιβάσεων στην τεθωρακισμένη εμπροσθοφυλακή της πεδινής μοίρας της μάχιμης ομάδας Βέλφινγκερ.
ββ) άμεση ασύρματη επικοινωνία με τους λόχους, τηλεπικοινωνία με το τάγμα στο Αίγιο μέσω της χρήσης των ελληνικών γραμμών προς Καλάβρυτα,
12.) Απαραίτητη θεωρείται η άμεση επικοινωνία με το σύνταγμα. Εκμετάλλευση του υπάρχοντος επικοινωνιακού συστήματος,
13.) Η ύπαιθρος χώρα μπορεί να προμηθεύσει: κρέας, θα πρέπει να γίνεται ανεφοδιασμός με: ψωμί, υλικά για σούπες και τσιγάρα.
Ελεγχθέν!
Στρατηγείο Μεραρχίας, 18 Δεκεμβρίου 1943
von Le Suire
Υποστράτηγος κ’ Διοικητής Μεραρχίας