Η πρώτη παράδοση μαχητικών Eurofighter Typhoon στην Τουρκία τοποθετείται χρονικά στο 2030, σύμφωνα με επίσημη επιβεβαίωση της πρεσβείας του Ηνωμένου Βασιλείου στην Άγκυρα, εξέλιξη που επαναφέρει δυναμικά την Άγκυρα στο ευρωπαϊκό αεροπορικό παιχνίδι μετά τον αποκλεισμό της από το πρόγραμμα F-35.
Η βρετανική διπλωματική αποστολή επιβεβαίωσε ότι η συμφωνία δεν αφορά μόνο την προμήθεια των αεροσκαφών, αλλά συνοδεύεται και από πυραύλους αέρος-αέρος Meteor, ένα από τα πιο προηγμένα όπλα BVR (Beyond Visual Range) της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, «η Τουρκία έχει καταστήσει σαφή την πρόθεσή της και το Ηνωμένο Βασίλειο θα συνεργαστεί για την επίτευξη του καλύτερου δυνατού αποτελέσματος».
Ιδιαίτερη σημασία έχει το γεγονός ότι, σύμφωνα με το TurDef, η βρετανική πλευρά εμφανίζεται θετική στην ενσωμάτωση τουρκικών εγχώριων πυραυλικών συστημάτων – τόσο αέρος-αέρος όσο και αέρος-εδάφους – στα Eurofighter που προορίζονται για την Τουρκία. Πρόκειται για πολιτική τοποθέτηση με σαφές στρατηγικό βάθος, καθώς ανοίγει τον δρόμο ώστε τουρκικά όπλα να μπορούν να εξαχθούν και σε άλλους χρήστες του Eurofighter, εφόσον υπάρξει σχετική έγκριση.
Αν επιβεβαιωθεί στην πράξη, η εξέλιξη αυτή αναβαθμίζει τον ρόλο της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας πέρα από την κάλυψη εθνικών αναγκών, τοποθετώντας την ως πιθανό υποκατασκευαστή ή πάροχο οπλικών συστημάτων στο ευρωπαϊκό οικοσύστημα του Typhoon.
Παράλληλα, η πρεσβεία του Ηνωμένου Βασιλείου απέφυγε να ξεκαθαρίσει ποιο ραντάρ θα φέρουν τα τουρκικά Eurofighter, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο μεταξύ ECRS Mk1 και ECRS Mk2, δύο επιλογών με διαφορετικές επιχειρησιακές και τεχνολογικές δυνατότητες.
Αξιοσημείωτο είναι ότι η βρετανική πλευρά συνέδεσε το ζήτημα των ραντάρ με ευρύτερες διαπραγματεύσεις εξαγωγών που αφορούν και το Ομάν, υποδεικνύοντας ότι οι τελικές αποφάσεις δεν είναι αποκλειστικά τεχνικές αλλά πολιτικο-βιομηχανικές. Δεν διευκρινίστηκε, ωστόσο, εάν η επιλογή ραντάρ επηρεάζει τον χρόνο παραγωγής ή το συνολικό κόστος του προγράμματος.















