Γράφει ο Παναγιώτης Μπαλακτάρης «Το γαρ πολύ της θλίψεως γεννά παραφροσύνη»
Είναι κοινός τόπος ότι η Τουρκία έχει εισέλθει, εδώ και κάποια χρόνια, σε ολισθηρό δρόμο. Μετά τα γεγονότα και τις λαϊκές διαμαρτυρίες στο πάρκο Γκεζί, ο Τούρκος πρόεδρος Ερντογάν άλλαξε άρδην τη μέχρι τότε μετριοπαθή πολιτική του. Ήταν τότε που αντιλήφθηκε ότι, πλέον, στόχος του βαθέος κράτους της γείτονος είναι ο ίδιος και τα στενά συγγενικά του πρόσωπα. Άφησε, λοιπόν, κατά μέρους τη μετριοπάθεια και σκλήρυνε τη στάση του απέναντι στους αντιφρονούντες, κρατικούς λειτουργούς και μη. Κρισιμότερο σημείο είναι η ήττα του Ερντογάν στις εκλογές του Ιουνίου του 2015.
Τότε, που έχασε την αυτοδυναμία στην εθνοσυνέλευση και συγχρόνως εισήλθε στην τουρκική βουλή το φιλοκουρδικό Κόμμα Δημοκρατίας των Λαών. Χάνοντας το έδαφος κάτω από τα πόδια του, διέκοψε τις ειρηνευτικές συνομιλίες με το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν και συνέχισε την αιματηρή ισοπέδωση ολόκληρων πόλεων της νοτιοανατολικής Τουρκίας. Δυνατό ράπισμα ήταν και η απόπειρα πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου 2016, όταν συνειδητοποίησαν οι Τούρκοι αξιωματούχοι ότι είναι αναλώσιμοι.
Προστιθέμενα όλα τα παραπάνω, ωστόσο, δεν παράγουν άθροισμα μεγαλύτερο από τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή. Αυτές είναι που έχουν δημιουργήσει πραγματικό πανικό στις τουρκικές αρχές και όχι τώρα, αλλά από το φθινόπωρο του 2014. Εκείνη την εποχή, που το λεγόμενο Ισλαμικό Κράτος πολιορκούσε την πόλη Κομπάνι, η οποία βρίσκεται στα κουρδικά καντόνια της βόρειας Συρίας.
Με τις ευλογίες της Άγκυρας, οι τζιχαντιστές είχαν περικυκλώσει τους υπερασπιστές της πόλης και αναμενόταν η κατάκτησή της. Όπως και η ματαίωση των κουρδικών σχεδίων για την ολοκλήρωση της Ροζάβα, που θα έφερνε ικανοποίηση στην Άγκυρα, διότι θα απέφευγε τον κουρδικό κίνδυνο στο μαλακό της υπογάστριο. Οι ΗΠΑ πίεσαν σε εκείνο το χρονικό σημείο την Τουρκία και ταυτοχρόνως, οι μαχητές του Κομπάνι υπερέβαλαν εαυτούς, έχοντας ως πρότυπο τον θυσιασθέντα Ντιγιάρ Μπακόκ. Κατόπιν και μέχρι σήμερα, οι Κούρδοι έχουν κερδίσει έδαφος από το ΙΚ και έχουν αποδειχθεί οι πιο αξιόμαχοι σύμμαχοι, επί του εδάφους, του συνασπισμού κατά του λεγόμενου Ισλαμικού Κράτους.
Έχουν αποκτήσει βάσιμες και νόμιμες προσδοκίες για να συμπεριληφθούν στο νέο Σύνταγμα της Συρίας και αυτό έχει ανοίξει τον ασκό του αιόλου, που κατά τα φαινόμενα θα συμπαρασύρει και την Τουρκία στις επόμενες δεκαετίες. Οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή – αρνητικές για την Τουρκία – επισκιάζουν και την εσωτερική πολιτική και ίσως έως έναν βαθμό εξηγούν και την αλλοπρόσαλλη πολιτική που ακολουθεί ο Ερντογάν. Ήτοι, η εσωτερική πολιτική στην Τουρκία υπαγορεύεται από τα γεγονότα που λαμβάνουν χώρα εκτός αυτής και συγκεκριμένα, στα νότια σύνορά της.
Για τον λόγο αυτόν, και επειδή η νεοεισερχόμενη στον συριακό εμφύλιο Ρωσία υποστήριζε τους Κούρδους και κατέλαβε ένα κρίσιμης σημασίας ύψωμα, το Μπαγίρνταγ, όπου κατοικούσαν Τουρκομάνοι, στις 24 Νοεμβρίου 2015 τουρκικά μαχητικά κατέρριψαν ένα ρωσικό βομβαρδιστικό Sukhoi Su-24. Το ρωσικό αεροσκάφος πετούσε στα τουρκοσυριακά σύνορα και δόθηκε εντολή από την ηγεσία της τουρκικής κυβέρνησης να βληθεί.
Μάλιστα, ο πρωθυπουργός Αχμέτ Νταβούτογλου είχε δηλώσει: «Είναι δικαίωμά μας να αμυνθούμε». Της ενέργειας αυτής ακολούθησε αμείλικτος οικονομικός αποκλεισμός της Άγκυρας από τη Μόσχα, εωσότου η πρώτη λύγισε και υπέκυψε στις ορέξεις της δεύτερης. Παρόμοιας αξίας είναι και το γεγονός της αποκάλυψης, από το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων Anadolu της Τουρκίας, των βάσεων των ειδικών δυνάμεων των ΗΠΑ και Γαλλίας, καθώς και του αριθμού των μονάδων αυτών.
Εν προκειμένω, το μίσος του τουρκικού κράτους κατευθύνεται κυρίως εναντίον αυτών των δύο χωρών για δύο διαφορετικούς λόγους. Οι Τούρκοι είναι δυσαρεστημένοι αφενός μεν από τις ΗΠΑ, επειδή μονίμως αυτές εφοδιάζουν με όπλα, πυρομαχικά και πολεμικό υλικό τους Κούρδους της Συρίας που μάχονται στη Ράκκα. Για την ακρίβεια, η διοχέτευση στον Τύπο φωτογραφιών που δείχνουν βαρέα όπλα και βαρέα οχήματα να παραδίδονται στις Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις είναι καρφιά στα μάτια του τουρκικού κράτους.
Επιπροσθέτως, προσφάτως αποκαλύφθηκαν οι πραγματικές αιτίες για τις οποίες οι ΗΠΑ δεν επέλεξαν την Τουρκία για την επιχείρηση απελευθέρωσης της Ράκκας. Κι αυτές ήταν η δειλή πρόταση της Τουρκίας να προηγηθούν των τουρκικών στρατευμάτων δεκάδες χιλιάδες αμερικανικών και επίσης, η διαπίστωση από τις ΗΠΑ των κακών επιχειρησιακών επιδόσεων των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων, κατά τη διάρκεια της επιχείρησης «Ασπίδα του Ευφράτη».
Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο το γεγονός, ότι η διαρροή των μυστικών τοποθεσιών των αμερικανικών βάσεων έγινε μία ημέρα μετά τις παραπάνω αποκαλύψεις. Η Γαλλία πώς και γιατί μπαίνει στο στόχαστρο της Άγκυρας; Μα, φυσικά, περισσότερο λόγω των εξελίξεων στην κυπριακή ΑΟΖ. Πριν λίγες ημέρες η Γαλλίδα υπουργός ενόπλων δυνάμεων Φλωρένς Παρλύ επισκέφθηκε την Κύπρο και, παρά τις τουρκικές προκλήσεις, με ελικόπτερο ανέβηκε στο πλωτό γεωτρύπανο της TOTAL στο οικόπεδο 11.
Αυτή ήταν μια επίσκεψη ισχυρού συμβολισμού και αταλάντευτης επιβεβαίωσης εκ μέρους της Γαλλίας των αποφάσεών της να συμμαχήσει με την Κυπριακή Δημοκρατία στο ενεργειακό πεδίο. Οι εξελίξεις στα ανωτέρω μέτωπα έχουν απογοητεύσει και θυμώσει την Άγκυρα, η οποία αντιλαμβάνεται ότι οι τραμπουκισμοί δεν περνούν.
Μόνος τρόπος να εκδικηθεί η Τουρκία τις ΗΠΑ και τη Γαλλία ήταν να προβεί σε διαρροές ευαίσθητων στρατιωτικών πληροφοριών, αδιαφορώντας ότι έτσι στρέφεται εναντίον νατοϊκών της συμμάχων. Κι αυτή είναι μια πράξη για την οποία θα κληθεί να καταβάλει αντίτιμο… Δικηγόρος – todelta.gr
Πηγή: mignatiou