Η Κύπρος και ο Λίβανος προχώρησαν σε μια συμφωνία που βρισκόταν σε εκκρεμότητα επί σχεδόν δύο δεκαετίες, υπογράφοντας την οριοθέτηση της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης τους. Μια εξέλιξη με ιδιαίτερη γεωπολιτική βαρύτητα, καθώς από το 2007 η διαδικασία παρεμποδιζόταν συστηματικά από την Τουρκία. Παράλληλα, υπεγράφη συμφωνία και για την ηλεκτρική διασύνδεση των δύο χωρών.
Η κίνηση αυτή ανοίγει πλέον τον δρόμο για μελλοντική ενεργειακή αξιοποίηση, ενισχύει την περιφερειακή ασφάλεια και δημιουργεί νέα δεδομένα απέναντι στη τουρκική επεκτατική πολιτική στην Ανατολική Μεσόγειο.
Σύμφωνα με κυπριακές πηγές, η συμφωνία δεν χρειάστηκε έγκριση από τη λιβανέζικη Βουλή και υπογράφηκε απευθείας από τον Πρόεδρο της χώρας, όπως συνέβη και στη συμφωνία Λιβάνου–Ισραήλ. Η εξέλιξη έχει ιδιαίτερη σημασία για τη Λευκωσία, καθώς αφαιρεί από την Άγκυρα ένα βασικό εργαλείο παρεμπόδισης των οριοθετήσεων στην περιοχή.
Παράλληλα, η ηλεκτρική διασύνδεση Κύπρου–Λιβάνου προχωρά προς την Παγκόσμια Τράπεζα για χρηματοδότηση, με κράτη του Κόλπου να έχουν ήδη εκδηλώσει ενδιαφέρον για στήριξη του έργου. Το επόμενο διάστημα αναμένεται επίσης επιτάχυνση των συζητήσεων για οριοθετήσεις με τη Συρία, γεγονός που –εφόσον ολοκληρωθεί– θα περιορίσει ακόμη περισσότερο την τουρκική «Γαλάζια Πατρίδα».
Στο πλαίσιο της συμφωνίας προβλέπεται και ενίσχυση των λιβανικών ενόπλων δυνάμεων από την Κύπρο και την Ευρωπαϊκή Ένωση, με στόχο τη σταθεροποίηση της χώρας και την προστασία των ενεργειακών έργων. Επιπλέον, ανοίγει ο δρόμος για συνεκμετάλλευση κοιτασμάτων που ενδέχεται να εκτείνονται και στις δύο ΑΟΖ.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση αναμένεται να αποδεσμεύσει μισό δισεκατομμύριο ευρώ προς τον Λίβανο, στο πλαίσιο της ευρύτερης Μεσογειακής Συμφωνίας που θα προωθηθεί κατά την Κυπριακή Προεδρία της ΕΕ. Παράλληλα, προγραμματίζεται σύνοδος ηγετών της ΕΕ και κρατών της περιοχής τον Απρίλιο στην Κύπρο.
Ιδιαίτερη σημασία έχει η στάση των Ηνωμένων Πολιτειών, που υποστηρίζουν τη συμφωνία εκτιμώντας ότι ενισχύει τον Λίβανο και παράλληλα περιορίζει την επιρροή της Χεζμπολάχ. Η θετική οπτική της Ουάσιγκτον ανοίγει και την πόρτα για πιθανό ενδιαφέρον αμερικανικών ενεργειακών εταιρειών.














