Στις 8 Μαΐου 1821, σε ένα μικρό πλινθόχτιστο κτίσμα της Γραβιάς Φωκίδας, το θρυλικό Χάνι της Γραβιάς, οι έλληνες επαναστάτες, με επικεφαλής τον Οδυσσέα Ανδρούτσο, έγραψαν σελίδες ηρωισμού και δόξας, επιτυγχάνοντας την πρώτη ουσιαστική νίκη τους επί των τουρκικών δυνάμεων.
Στα τέλη Απριλίου του 1821 η καταστροφική για τις ελληνικές δυνάμεις έκβαση της μάχης της Αλαμάνας που συνοδεύτηκε από το μαρτυρικό θάνατο του Αθανασίου Διάκου, είχε κάμψει το ηθικό των επαναστατών και είχε ανοίξει το δρόμο στον τουρκαλβανό στρατηγό Ομέρ Βρυώνη και τον τούρκο στρατηγό Κιοσέ Μεχμέτ.
Τα πολυπληθή στρατεύματά τους είχαν πλέον τη δυνατότητα να προελάσουν ανεμπόδιστα προς τα Σάλωνα (Άμφισσα), έχοντας ως στόχο να διαπεραιωθούν από τη Σκάλα Σαλώνων (Ιτέα) στο Μοριά και να καταπνίξουν την επανάσταση.
Οι έλληνες οπλαρχηγοί, ο Ανδρούτσος, ο Δυοβουνιώτης και ο Πανουργιάς, συγκεντρώθηκαν στο στενό της Γραβιάς, θέση φύσει οχυρή και στρατηγικής σημασίας, ανάμεσα στους ορεινούς όγκους του Παρνασσού και της Γκιώνας.
Από τη Γραβιά περνούσε ο μοναδικός δρόμος προς τα Σάλωνα, όπου, σύμφωνα με τις πληροφορίες που είχαν καταφέρει να συλλέξουν οι Έλληνες, θα επιχειρούσαν να φθάσουν οι δυνάμεις του Ομέρ Βρυώνη.
Πράγματι, στις 7 Μαΐου 1821 τα στρατεύματα του Ομέρ Βρυώνη,7.000-8.000 χιλιάδες άνδρες πεζικού και χίλιοι ιππείς, βρίσκονταν στις Θερμοπύλες και κατευθύνονταν προς τη Γραβιά.
Την ίδια χρονική στιγμή υπήρχε διάσταση απόψεων μεταξύ των ελλήνων καπεταναίων ως προς το σημείο όπου θα έπρεπε να προβάλουν αντίσταση οι ελληνικές δυνάμεις.
Ο Ανδρούτσος αποφάσισε, τελικά, να οχυρωθεί μαζί με τους περίπου 120 συναγωνιστές του στο μοναδικό οίκημα που υπήρχε τότε στη Γραβιά, ένα χάνι με μαντρότοιχο, στο οποίο διανυκτέρευαν οι οδοιπόροι και οι αγωγιάτες.
Ενόσω οι άνδρες του Ανδρούτσου έπαιρναν τα αναγκαία μέτρα για την αναχαίτιση του εχθρού και άνοιγαν τουφεκίστρες στο χάνι και το μαντρότοιχο, οι άνδρες του Δυοβουνιώτη, του Πανουργιά και των άλλων οπλαρχηγών έσπευσαν να καταλάβουν τις δικές τους θέσεις άμυνας, στα ριζά της Γκιώνας και του Παρνασσού.
Η σφοδρή επίθεση που εξαπέλυσαν τα στρατεύματα του Ομέρ Βρυώνη εναντίον των ελληνικών θέσεων εξανάγκασε τους επαναστάτες να διασκορπιστούν εντός ολίγου στα γειτονικά υψώματα. Όμως, ο Ανδρούτσος και οι σύντροφοί του, ψύχραιμοι και ψυχωμένοι, κατάφεραν να αποκρούσουν τις αλλεπάλληλες επιθέσεις των τουρκικών δυνάμεων. Μέχρι να σουρουπώσει, από τα καριοφίλια τους είχαν χάσει τη ζωή τους τριακόσιοι και πλέον Τουρκαλβανοί, ενώ είχαν λαβωθεί πολύ περισσότεροι.
Τα ξημερώματα της 9ης Μαΐου, ο Ανδρούτσος, βλέποντας τα πολεμοφόδιά του να εξαντλούνται και γνωρίζοντας ότι οι Τούρκοι είχαν την πρόθεση να φέρουν κανόνια από το Ζητούνι (Λαμία), για να ισοπεδώσουν το χάνι, διέταξε τους συντρόφους του να βγουν από το οχυρό τους με τα σπαθιά στα χέρια και να διασπάσουν τις γραμμές των Τουρκαλβανών.
Η ηρωική έξοδος των ελλήνων αγωνιστών αιφνιδίασε τον εχθρό, κι οι άνδρες του Ανδρούτσου, έχοντας αφήσει πίσω τους ελάχιστους νεκρούς, κατάφεραν να ανέβουν στο βουνό, όπου αντάμωσαν τους άνδρες του Δυοβουνιώτη και του Πανουργιά.
Το ανδραγάθημα των Ελλήνων αγωνιστών στο περίφημο Χάνι της Γραβιάς αναπτέρωσε το φρόνημα των επαναστατημένων Ρουμελιωτών, τσάκισε το ηθικό του εχθρού και κατέστησε τον Ανδρούτσο πρωταγωνιστή του επαναστατικού αγώνα στην Ανατολική Στερεά.