Του Περικλή Νεάρχου
Πρέσβυ ε.τ.
Η κατάσταση πολιορκίας που έχει δημιουργηθεί στα νησιά του Αιγαίου, με ατελείωτα κύματα λαθρομεταναστών και προσφύγων, και οι θλιβερές εικόνες στην Ομόνοια, στην Αθήνα, των καραβανιών που καταφτάνουν συνεχώς από το Αιγαίο θέτουν το δραματικό ερώτημα: Πού θα πάει αυτή η κατάσταση; Έχει νόημα η ακολουθούμενη πολιτική των ανοικτών συνόρων και της υποδοχής αντί της αποτροπής και της περιφρούρησης των ελληνικών συνόρων;
Κατά παράδοξο επίσης, τρόπο, την ίδια στιγμή που κορυφώνεται το πραγματικό τσουνάμι της λαθρομετανάστευσης στα σύνορα, το αρμόδιο υπουργείο, στο πρόσωπο της αναπληρώτριας υπουργού Τασίας Χριστοδουλοπούλου, θεωρεί ότι είναι η κατάλληλη στιγμή να σταλούν μηνύματα για ένταξη των λαθρομεταναστών στην ελληνική κοινωνία και για συνοπτική απονομή σ’ αυτούς της ελληνικής ιθαγένειας, με πρόταξη των παιδιών που γεννιούνται στην Ελλάδα ή που εγγράφονται σε ελληνικό δημοτικό σχολείο.
Η στάση αυτή δεν έρχεται σε αντίφαση μόνο με την ανάγκη πατριωτικής ενότητας που έχει η χώρα, τη στιγμή μάλιστα, που κορυφώνονται δραματικά οι διαπραγματεύσεις για το οικονομικό πρόβλημα και οι εκβιασμοί για να παραμείνει η Ελλάδα εγκλωβισμένη σε αδιέξοδες πολιτικές μνημονίων και λιτότητας.
Υποτιμά και παραγνωρίζει επίσης τραγικά τις γεωπολιτικές διαστάσεις που έχει εκ των πραγμάτων η μαζική λαθρομετανάστευση. Η τελευταία καταλήγει σε εποικισμό της χώρας από αλλογενείς και αλλόθρησκους πληθυσμούς, σε διάσπαση της εθνικής και κοινωνικής συνοχής και σε εθνική αποδόμηση.
Ειδικότερα, τρεις είναι οι κύριοι παράγοντες που προσδίδουν γεωπολιτικές διαστάσεις στη μαζική παράνομη μετανάστευση, με την οποία βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπη η Ελλάδα.
Ο πρώτος έχει σχέση με την παγκοσμιοποίηση και την ταύτιση της Ευρωπαϊκής Ενώσεως με αυτή. Η παγκοσμιοποίηση επιδιώκει τη δημιουργία ενιαίας παγκόσμιας αγοράς. Στο πλαίσιο αυτό, είναι φυσικό να επιδιώκει ανοικτά ή χαλαρά σύνορα, στο μέτρο που απαιτούν οι ενιαία αγορά και η πολιτική του διεθνούς εμπορίου.
Η έννοια της παγκοσμιοποιημένης νεοφιλελεύθερης αγοράς αντιτίθεται στην έννοια των εθνικών αγορών και των εθνικών συνόρων και αποβλέπει στη σταδιακή υπέρβαση και αποδόμησή τους.
Η ταύτιση της Ευρώπης με την παγκοσμιοποίηση και η σύγχυση της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας με την παγκόσμια, ωθούν προς αναζήτηση φθηνού εργατικού δυναμικού από τον Τρίτο Κόσμο και προς την αξιοποίησή του ως μοχλού πιέσεως για την ανατροπή των «ακριβών» κοινωνικών και εργασιακών προτύπων στην Ευρώπη και για τον περιορισμό του κοινωνικού κράτους.
Το γεγονός επίσης ότι η πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης έμεινε μετέωρη και η υπάρχουσα ευρωπαϊκή ενότητα περιορίζεται στις αγορές και στο ενιαίο νόμισμα, δίνει το πλεονέκτημα στις πιο ισχυρές και ανταγωνιστικές οικονομίες, με επικεφαλής τη Γερμανία.
Οι χώρες με ασθενέστερη οικονομία και ανταγωνιστικότητα αντιμετωπίζονται ως χώρες – μέλη δεύτερης ταχύτητας στην Ευρώπης και ως ζώνες φθηνής παραγωγής που θα ενισχύουν τη διεθνή ανταγωνιστικότητα του κεντρικού ευρωπαϊκού πυρήνα. Μία πρώτη τέτοια ζώνη είναι οι χώρες του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού της Ανατολικής και Νοτιοανατολικής Ευρώπης.
Στο ίδιο πνεύμα επιδιώκεται η μετατροπή των Βαλκανίων σε μία παρόμοια ζώνη. Με τη λογική αυτή, την οποία εξέφρασε απροκάλυπτα ο εκπρόσωπος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Πόουλ Τόμσεν, η Ελλάδα πρέπει να προσαρμοσθεί στο επίπεδο της ανταγωνιστικότητας της περιοχής της. Με άλλα λόγια, να «βουλγαροποιηθεί» σε ό,τι αφορά στο επίπεδο ζωής και τις αμοιβές εργασίας και τις συντάξεις. Οι επιδιώξεις αυτές είναι ολοφάνερες στις προτάσεις και απαιτήσεων των τριών θεσμών από την Ελλάδα στις διεξαγόμενες διαπραγματεύσεις.
Διαπιστώνουμε επομένως ότι η νεοφιλελεύθερη πολιτικής της ιδιωτικοποιήσεως των εθνικών πόρων και υποδομών, ακόμη κι εκείνων που εξυπηρετούν πάγιες και βασικές κοινωνικές ανάγκες, συμπληρώνεται με την εισροή φθηνού αλλοδαπού εργατικού δυναμικού, που θα καταστήσει εξαιρετικά επικερδείς τις επενδύσεις ξένων πολυεθνικών και μεγάλων επιχειρήσεων και θα θέσει εκτός ανταγωνισμού τις τοπικές μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.
Στο πνεύμα αυτό, λοιπόν, έγιναν στο παρελθόν προτάσεις για τη δημιουργία ειδικών ζωνών με αφορολόγητο καθεστώς στις οποίες θα επιτρέπεται η απασχόληση αλλοδαπών λαθρομεταναστών. Η εσπευσμένη σήμερα νομιμοποίησή τους δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την προώθηση των σχεδίων αυτών όχι αναγκαστικά με τη μορφή ειδικών ζωνών, αλλά με τη διασπορά σε όλη την χώρα «Κέντρων Υποδοχής» λαθρομεταναστών, σε συνεργασία με τις Περιφέρειες και με ειδική ευρωπαϊκή χρηματοδότηση σε πολυετή βάση, 2014 – 2020.
Αντιλαμβάνεται κανείς ότι η προώθηση τέτοια σχεδιασμών προάγει παραλλήλως την εθνική αποδόμηση και μετάλλαξη. Ο στόχος αυτός συνδέεται τόσο με την παραδοσιακή συμβατική γεωπολιτική όσο και με το μεταλλαγμένο όραμα μίας Ευρώπης που δεν έχει αναφορά στην κυριαρχία των λαών της, αλλά στις χρηματιστικές αγορές και στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Δεν θα παραπέμπει επίσης σε μία συμπολιτεία εθνών και εθνικών κρατών, αλλά σε ένα πλήρως «νεωτερικό», όπως λέγεται, μετα-εθνικό και «πολυπολιτισμικό» ευρωπαϊκό και παγκοσμιοποιημένο αμάλγαμα.
Η επιδιωκόμενη από τις ΗΠΑ μετάλλαξη των Βαλκανίων
Ο δεύτερος παράγων που αναφέραμε συνδέεται ειδικότερα με τις επιδιώξεις της αμερικανικής πολιτικής στα Βαλκάνια, μετά την ανατροπή των συσχετισμών ισχύος που έφεραν η κατάρρευση του αντιπάλου συνασπισμού και η επέμβαση στη Γιουγκοσλαβία. Η αμερικανική πολιτική θέλει να καταστήσει δομική αυτή την αλλαγή, τροποποιώντας τους παράγοντες που συνθέτουν τον γεωπολιτικό χάρτη των Βαλκανίων και εντάσσοντας σταθερά τα Βαλκάνια, περιλαμβανομένης της Τουρκίας, στο ενιαίο ατλαντικό γεωπολιτικό δυναμικό της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και του ΝΑΤΟ.
Στο πνεύμα αυτό, η Ορθοδοξία αντιμετωπίζεται ως δομικά φιλορωσικός παράγων, όπως και γενικότερα οι ιστορικές και πολιτιστικές σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και Ρωσίας. Τι σημαίνει αυτό στην πρακτική αμερικανική πολιτική σε ό,τι αφορά στην Ελλάδα; Ευνοούν οι ΗΠΑ, κατά ανομολόγητο τρόπο, την εθνική και θρησκευτική μετάλλαξη του ελληνικού χώρου; Μήπως σε αυτό το πνεύμα, όπως επίσης στο πνεύμα της παγκοσμιοποίησης, ενθάρρυναν τις κυβερνήσεις Σημίτη και Γιώργου Παπανδρέου να πρωτοστατούν σε πολιτικές παγκοσμιοποίησης, «πολυπολιτισμού» και λαθρομεταναστεύσεως, τις οποίες παρουσίαζαν ως δήθεν «πρωτοποριακές» και «προοδευτικές»;
Μήπως στο ίδιο πνεύμα της ξένης πολιτικής και ιδεολογικής επιρροής, συνέχισε την ίδια πολιτική το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας όταν ανήλθε στην εξουσία, συνασπιζόμενο με το μεταλλαγμένο ΠΑΣΟΚ σε πολιτικές «ευρωπαϊκής πρωτοπορίας» στη μετανάστευση;
Η Αριστερά, με πρωταγωνιστή τον ΣΥΡΙΖΑ και ειδικότερα ορισμένες τάσεις του, συνέπλευσε πλήρως και υπερακόντισε προς την ίδια κατεύθυνση, συγχέοντας τον παραδοσιακό διεθνισμό και την αλληλεγγύη της Αριστεράς με τα ιδεολογήματα της παγκοσμιοποίησης και παραγνωρίζοντας πλήρως τις γεωπολιτικές επιπτώσεις ενός φαινομένου που μπορεί να οδηγήσει την Ελλάδα σε εθνικό αφανισμό.
Η επιλογή της σημερινής αναπληρώτριας υπουργού Τασίας Χριστοδουλοπούλου ως αρμόδιας να χειρισθεί, με βάση τις γνωστές δικές της ιδεοληψίες κι εκείνες των πιο ακραίων συνιστωσών του ΣΥΡΙΖΑ, ένα τεράστιο εθνικό θέμα με καταλυτικές γεωπολιτικές διαστάσεις, δείχνει πως δεν υπήρξε, δυστυχώς, καμία ουσιαστική διαφοροποίηση της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ σε αυτό το μεγάλο και καθοριστικής σημασίας θέμα.
Ο ρόλος της Άγκυρας
Το πόσο εκρηκτικό και επικίνδυνο είναι το θέμα αυτό, φαίνεται και από την αξιοποίηση από την πλευρά της Άγκυρας της λαθρομεταναστεύσεως για να δημιουργήσει νέα προβλήματα στην Ελλάδα και ειδικότερα για να διασπάσει την εθνική και κοινωνική της συνοχή με την εγκατάσταση μαζικών μουσουλμανικών πληθυσμών.
Αναφερθήκαμε και σε άλλες περιπτώσεις στο τι θα σήμαινε για την Ελλάδα μία τέτοια εξέλιξη, γνωρίζοντας τα προβλήματα που έχει η χώρα με την Τουρκία, αλλά και όχι μόνον… Γνωρίζοντας επίσης ότι η Ελλάδα αποτελεί ιστορικά χώρα – σύνορο μεταξύ Χριστιανισμού και Ισλάμ… Γνωρίζοντας, τέλος, ποια είναι η κατάσταση στην περιοχή, με την άνοδο του ακραίου Ισλαμισμού, του θρησκευτικού φανατισμού και της τρομοκρατίας, αλλά και με τη γεωπολιτική ρευστότητα στα Βαλκάνια. Η εγκατάσταση μαζικών μουσουλμανικών πληθυσμών στην Ελλάδα θα συνιστούσε γεωπολιτική ανατροπή σε βάρος της Αθήνας και τεράστια στρατηγική επιτυχία της Άγκυρας.
Ανεδαφική Oδηγία για το πολιτικό άσυλο
Με αφορμή την ευρωπαϊκή Οδηγία για το άσυλο, η Ελλάδα, που είναι ως εκ της θέσεώς της πύλη εισόδου για τη λαθρομετανάστευση από την Αφρική και την Ασία, έχει γίνει ουσιαστικά ανοχύρωτη χώρα. Το Λιμενικό Σώμα, αντί να περιφρουρεί τα θαλάσσια σύνορα, έχει μετατραπεί σε υπηρεσία υποδοχής και μεταφοράς των παράνομων μεταναστών μέσα στη χώρα. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι δηλώνουν συστηματικά πρόσφυγες.
Ενώ όμως η Ευρώπη επιβάλλει στην Ελλάδα, με την οδηγία αυτή, πολιτική ανοικτών συνόρων, ταυτοχρόνως διατηρεί σε ισχύ τον Κανονισμό Δουβλίνο ΙΙ και ΙΙΙ. Με τον Κανονισμό αυτό, οι λαθρομετανάστες θεωρούνται υπόθεση της Ελλάδας και δεν επιτρέπεται να μετακινηθούν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Οι προτάσεις για ίση κατανομή βαρών και υποδοχή αριθμού προσφύγων αντιστοίχου προς το μέγεθος και τον πληθυσμό της κάθε χώρας έχουν περιορισμένη ανταπόκριση. Γιατί όμως είναι πρόβλημα της Ελλάδας οι λαθρομετανάστες που γίνονται δεκτοί με επιταγή της ευρωπαϊκής Οδηγίας;
Ο επίτροπος Μετανάστευσης, Εσωτερικών Υποθέσεων και Ιθαγένειας, Δημήτρης Αβραμόπουλος, είχε συναντήσεις με τους περιφερειάρχες. Προφανώς, θέλει να προωθήσει τη δημιουργία «Κέντρων Υποδοχής» σε όλες τις Περιφέρειες για την αποκέντρωση των μεταναστών από την Αθήνα και τη διασπορά τους σε όλη τη χώρα με τη βοήθεια ευρωπαϊκών κονδυλίων. Εποικισμός, δηλαδή, της Ελλάδας από λαθρομετανάστες, με ευρωπαϊκή επιδότηση! Η πολιτική αυτή είναι ολέθρια για τη χώρα, όπως είναι ολέθρια και οποιαδήποτε πολιτική που στέλνει μηνύματα υποδοχής, εντάξεως και παροχής ιθαγένειας, ενώ η μαζική λαθρομετανάστευση συνεχίζεται και αναμένεται να ενταθεί κατά τους θερινούς μήνες.
Η Ελλάδα δεν έχει, δυστυχώς, άλλη επιλογή από την άμεση αναστολή της παράλογης ευρωπαϊκής Οδηγίας για το άσυλο και την αποκατάσταση του εθνικού ελέγχου στα σύνορά της. Θα πρέπει να προχωρήσει στην αναστολή της, επικαλούμενη λόγους εκτάκτων συνθηκών, που απορρέουν από τον τεράστιο αριθμό των προσερχομένων, και λόγους εθνικής ασφάλειας, που, προφανώς ουδόλως προσχηματικοί είναι.
Η αναστολή θα ισχύσει μέχρι την επανεξέταση της Οδηγίας κατά τρόπο ικανοποιητικό για την Ελλάδα και με την παροχή εγγυήσεως ότι το βάρος του προβλήματος και της πολιτικής αυτής θα κατανεμηθεί ισομερώς σε όλες τις χώρες – μέλη.
Σε διαφορετική περίπτωση, η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει να εξετάσει εναλλακτικούς τρόπους βοήθειας προς τους πραγματικούς πρόσφυγες στις γειτονικές χώρες των πολεμικών εστιών. Η Ελλάδα δεν μπορεί να διαλυθεί, σηκώνοντας το βάρος των παράπλευρων συνεπειών από πολέμους που προκαλούν και στηρίζουν άλλοι.
Πηγή περιοδικό «Επίκαιρα», τεύχος 294