Ο Αμερικανός πρόεδρος μίλησε τηλεφωνικώς χθες με τον Ουκρανό ομόλογό του Βολοντίμιρ Ζελένσκι και του επαναβεβαίωσε ότι οι ΗΠΑ θα απαντήσουν «με αποφασιστικότητα» στην περίπτωση ρωσικής εισβολής, ενώ οι δύο ηγέτες συζήτησαν επίσης την πιθανότητα αυξημένης οικονομικής βοήθειας, σύμφωνα με ανακοίνωση της αμερικανικής κυβέρνησης.
Ο Μπάιντεν αναφέρθηκε επίσης στην «σαφή πιθανότητα ότι οι Ρώσοι θα μπορούσαν να εισβάλουν στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο», ημερομηνία που έχουν ήδη αναφέρει οι αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών, διευκρίνισε στο Twitter η εκπρόσωπος του αμερικανικού Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας.
«Η μπάλα βρίσκεται στο δικό τους γήπεδο», «ελπίζουμε ότι η Μόσχα θα μελετήσει αυτό που τους προτείνουμε και θα επανέλθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων», σημείωσε η Νούλαντ, επαναλαμβάνοντας ότι στην περίπτωση «απόρριψης» αυτής της «προσφοράς διαλόγου», οι κυρώσεις θα είναι «πολύ επώδυνες».
Περίπου 100.000 Ρώσοι στρατιωτικοί στρατοπεδεύουν στα σύνορα με την Ουκρανία μαζί με τα θωρακισμένα τους από τα τέλη του 2021.
Η Ρωσία αρνείται ότι σχεδιάζει οποιαδήποτε εισβολή, αλλά κρίνει ότι απειλείται από την διεύρυνση του ΝΑΤΟ εδώ και 20 χρόνια, όπως και από την υποστήριξη των Δυτικών στην γειτονική της Ουκρανία.
Η Μόσχα ζήτησε να δοθεί επισήμως τέλος στη διεύρυνση της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας, κυρίως προς την Ουκρανία, και μια επιστροφή της ανάπτυξης δυτικών στρατιωτικών δυνάμεων στα σύνορα του 1997.
Οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ απέρριψαν επισήμως την Τετάρτη τις βασικές αυτές αξιώσεις της Μόσχας, ανοίγοντας ξανά την πόρτα σε διαπραγματεύσεις για αμοιβαία όρια στην ανάπτυξη πυραύλων μικρού και μεσαίου βεληνεκούς των δύο αντίπαλων πυρηνικών δυνάμεων στην Ευρώπη, όπως και στις στρατιωτικές ασκήσεις κοντά στο αντίπαλο στρατόπεδο.
«Δεν μπορούμε να πούμε ότι οι απόψεις μας ελήφθησαν υπόψη», δήλωσε χθες εκφράζοντας τη λύπη του ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ.
Οι ΗΠΑ διαβεβαίωσαν χθες, Πέμπτη, ότι ο αγωγός φυσικού αερίου Nord Stream 2 δεν θα τεθεί σε λειτουργία στην περίπτωση ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία και κάλεσαν τη Ρωσία «να επανέλθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων» παρά την πρώτη ως επί το πλείστον ψυχρή αντίδρασή της στην απόρριψη από τις ΗΠΑ των βασικών της αξιώσεων.