Για πολλούς οι πιλότοι των Καναντέρ είναι οι ήρωες που αψηφούν τις φλόγες, τις υψηλές θερμοκρασίες και τους καπνούς. Για άλλους είναι οι κασκαντέρ των αιθέρων που επιχειρούν ρίψεις ακριβείας, σε χαμηλό ύψος μόλις 100 ποδιών. Για τους ίδιους πάντως η μάχη με τις πυρκαγιές είναι καθημερινότητα.
Η μεγάλη πυρκαγιά που έκαιγε επί τέσσερις ημέρες το πευκοδάσος στα Δερβενοχώρια και απειλούσε για ακόμη μία φορά τον Εθνικό Δρυμό της Πάρνηθας προκάλεσε στους περισσότερους ανησυχία και φόβο. Οχι όμως στους 67 πιλότους της Μοίρας των Καναντέρ από την αεροπορική βάση Ελευσίνας.
Δευτέρα 9 το πρωί, περάσαμε την πύλη της 112 Πτέρυγας Μάχης και φτάσαμε στην 355 Μοίρα Τακτικών Μεταφορών. Από εκεί ξεκινούν τα Καναντέρ παλαιού τύπου, μόλις δοθεί σήμα από το Συντονιστικό Κέντρο Δασοπυρόσβεσης (ΣΚΕΔ), προκειμένου να συνδράμουν στην κατάσβεση από αέρος μιας μεγάλης πυρκαγιάς.
Μάλιστα, η πρώτη εικόνα που αντικρίζει κανείς φτάνοντας στη Μοίρα είναι το ογκώδες κίτρινο πυροσβεστικό 1039, το πρώτο τέτοιου τύπου που παρέλαβε το 1974 η Πολεμική Αεροπορία και που ακόμη πραγματοποιεί πτήσεις πυρόσβεσης.
Στα γραφεία της Μοίρας οι πιλότοι, οι οποίοι είχαν βάρδια εκείνο το πρωινό, βρίσκονταν σε ετοιμότητα. Πρόκειται για ανθρώπους απόλυτα προσηλωμένους στο καθήκον τους να προστατέψουν το περιβάλλον, οικισμούς, αλλά και ανθρώπινες ζωές που πολλές φορές απειλούνται από τις φλόγες.
Ανάμεσά τους νέοι, αλλά και οικογενειάρχες με μικρά παιδιά. Εχουν πάντα στο μυαλό τους τα προσφιλή τους πρόσωπα, όμως όση ώρα επιχειρούν κατάσβεση ένα πράγμα τούς απασχολεί: πώς θα περιορίσουν τη φωτιά με ασφάλεια και αποτελεσματικότητα.
Με περισσότερες από 1.000 πτήσεις στα Καναντέρ και 3.000 ώρες συνολικά (ήταν πιλότος και στα Φάντομ) κι έχοντας συμπληρώσει 20 χρόνια στην υπηρεσία, ο διοικητής της Μοίρας των Καναντέρ αντισμήναρχος Δημήτρης Δημόπουλος έχει βιώσει πολλές δύσκολες καταστάσεις επί το έργον. «Σε πιάνει δέος όταν βλέπεις ένα μανιτάρι καπνού, είναι σκληρή εικόνα να βλέπεις ένα δάσος να καίγεται, αλλά εκείνη τη στιγμή πρέπει να δώσεις άμεσα λύση» μας λέει.
Το σοκ του Helios. Υπάρχει, ωστόσο, μια επιχείρηση κατάσβεσης που δεν μπορεί να ξεχάσει: ήταν 14 Αυγούστου του 2005, όταν δέχθηκαν εντολή να πετάξουν στο Γραμματικό Αττικής, προκειμένου να σβήσουν τη φωτιά που είχε ξεσπάσει μετά την πτώση του αεροσκάφους της κυπριακής εταιρείας Helios. «Προσπαθούσαμε να σβήσουμε τη φωτιά και ταυτόχρονα βλέπαμε διασκορπισμένες σορούς επιβατών».
Ο «στόλος» των πυροσβεστικών αεροσκαφών στη βάση της Ελευσίνας περιλαμβάνει πλέον οκτώ Καναντέρ παλαιού τύπου (CL215) – μετά την αναγκαστική προσγείωση του ένατου στα Δερβενοχώρια πριν από λίγες ημέρες – και τέσσερα νέας τεχνολογίας (CL415). Τα παλαιού τύπου Καναντέρ είναι ηλικίας 40-45 ετών.
«Εφόσον γίνεται η σωστή συντήρηση, δεν υπάρχει πρόβλημα. Σίγουρα όμως όσο πιο παλιό είναι το αεροσκάφος τόσο δεν σε βοηθάει στην αποτελεσματικότητα.
Το καινούργιο έχει περισσότερες δυνατότητες. Το παλιό, όσο και να συντηρείται σωστά, θα σου παρουσιάσει πιο εύκολα μια βλάβη, η οποία θα καθυστερήσει το έργο» αναφέρει ο διοικητής της Μοίρας.
Για τον περισσότερο κόσμο τα Καναντέρ είναι κάτι σαν από μηχανής θεός. Ιδίως όταν η περιοχή και η περιουσία τους απειλούνται από τις φλόγες, στρέφουν το βλέμμα τους στον ουρανό περιμένοντας βοήθεια από τα πυροσβεστικά αεροσκάφη.
«Σε αυτήν τη δουλειά νιώθεις την ικανοποίηση ότι στην καθημερινότητά σου προσφέρεις άμεσα στον συνάνθρωπο. Κι αυτό αναγνωρίζεται. Ο κόσμος μάς τηλεφωνεί, μας στέλνει επιστολές, ακόμη και δώρα. Το “ευχαριστώ”, όπως και να μεταφράζεται, είναι πολύ σημαντικό» τονίζει ο Δημόπουλος.
Χωρίς συναισθηματισμούς. Μεγάλωσε μέσα στα αεροδρόμια καθώς και ο πατέρας του ήταν στρατιωτικός στην Αεροπορία. Αγαπημένη του ταινία ήταν, ποια άλλη, το «Top Gun» με τον Τομ Κρουζ. «Οταν πλησιάζεις τη φωτιά, δεν χωράνε συναισθηματισμοί. Δεν μπορείς να σκεφτείς “ωχ, καίγονται σπίτια”.
Πρέπει να έχεις σκεφτεί από πριν τι θα κάνεις, πώς θα το κάνεις. Πρέπει να σκέφτεσαι πάντα δύο βήματα μπροστά» τονίζει ο 34χρονος σμηναγός Κωνσταντίνος Μαυροθαλασσίτης που διανύει τη δεύτερη χρονιά του ως κυβερνήτης στα Καναντέρ.
Συνολικά έχει έξι χρόνια υπηρεσίας στα πυροσβεστικά αεροσκάφη, τα τρία από αυτά στα καινούργια, τα CL415. Ο νεαρός πιλότος ξέρει ότι τα συγγενικά του πρόσωπα και ιδιαίτερα τα πιο κοντινά – όπως η μητέρα και η σύζυγός του – πάντα ανησυχούν όταν εκείνος βρίσκεται στη μάχη της κατάσβεσης μιας πυρκαγιάς.
Οπως λέει όμως, φρόντισε να τους εξηγήσει από πολύ νωρίς ότι δεν θα πρέπει να γίνονται πιεστικοί και υπερβολικοί. «Το έκανα αυτό διότι δεν μπορώ να είμαι συναισθηματικά φορτισμένος όταν πετάω και επιχειρώ σε μια φωτιά. Δεν γίνεται να σκέφτομαι τι θα κάνω με τη φωτιά και ταυτόχρονα τι σκέφτονται οι άλλοι από κάτω.
Οταν πρωτομπήκα στη σχολή, ξεκαθάρισα στη μητέρα μου: “Οσο έκλαψες, έκλαψες. Δεν θέλω ξανά κλάματα από εδώ και πέρα”».
Και μπορεί το καλοκαίρι οι πιλότοι να βρίσκονται επί το έργον τής από αέρος κατάσβεσης πυρκαγιών ανά την Ελλάδα, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι τον χειμώνα κάθονται. Για παράδειγμα, φέτος η μάχη που δίνουν με τις φλόγες άρχισε πολύ νωρίς, από τον Φεβρουάριο.
Τουλάχιστον δύο πυροσβεστικά αεροσκάφη βρίσκονται σε ετοιμότητα τους χειμερινούς μήνες ενώ, όπως εξηγεί ο δοκιμαστής – εκπαιδευτής, επισμηναγός Θωμάς Κασιγεωργόπουλος, από τα μέσα Οκτωβρίου μέχρι και το τέλος Μαΐου πραγματοποιούνται τα προγράμματα εκπαίδευσης για κυβερνήτες, δοκιμαστές, εκπαιδευτές, αλλά και αρχηγούς σχηματισμού.
Το «μαύρο καλοκαίρι». Ο 36χρονος σμηναγός Γιώργος Μιχελής έχει συμπληρώσει πέντε χρόνια ως κυβερνήτης στα Καναντέρ και είναι επίσης και αρχηγός σχηματισμού. Οι πρώτες του πτήσεις με τα πυροσβεστικά αεροσκάφη άρχισαν το καλοκαίρι του 2006 και βέβαια την επόμενη χρονιά, όπως λέει, «μπήκα κατευθείαν στα δύσκολα».
‘Ηταν το «μαύρο καλοκαίρι» με τις πολύνεκρες πυρκαγιές σε όλη την Ελλάδα. Θυμάται ότι πετούσε πάνω από την αρχαία Ολυμπία και έκανε κατάσβεση, στις μεγάλες φωτιές του 2007, και την ίδια ώρα ήξερε ότι δύσκολες ώρες περνούσε και το χωριό του στον Θεολόγο Εύβοιας.
Μια φωτιά που κατέκαψε χιλιάδες στρέμματα δασικών και αγροτικών εκτάσεων και στην οποία έχασαν τη ζωή τους πέντε εθελοντές, ένας εκ των οποίων ήταν φίλος του σμηναγού Μιχελή.
Πηγή :Εφημερίδα Τα ΝΕΑ!