80 χρόνια από τη Σφαγή
Τη μνήμη των 280 μαρτύρων – ηρώων Κλεισουριέων, θυμάτων της ναζιστικής θηριωδίας της 5ης Απριλίου 1944 τίμησαν φορείς και πολίτες, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων που πραγματοποιήθηκαν από τον Δήμο Καστοριάς και τη Μαρτυρική Κοινότητα Κλεισούρας.
Το πρωί εκείνης της ημέρας 5-4-1944, ένα τμήμα ανταρτών του ΕΛΑΣ, του οποίου ηγούνταν ο Αλέξης Ρόσιος από τη Σιάτιστα, γνωστό ως “καπετάν Υψηλάντης” μετέπειτα ο Φονιάς των Χωροφυλάκων στο Λιτόχωρο το 1946 …
Χτύπησε στη στρατηγική θέση Νταούλι της Κλεισούρας, την εμπροσθοφυλακή μιας γερμανικής φάλαγγας, με συνέπεια από τα πυρά τους να σκοτωθούν δύο προποµποί Γερµανοί µοτοσικλετιστές.
Οι επικεφαλής αξιωματικοί των χιτλερικών, ενηµερώνουν αμέσως τα φρουραρχεία της Καστοριάς και του Αµυνταίου, καθώς και το τάγµα των Ες-Ες της Κοζάνης και δίνουν εντολή να προβούν σε πράξεις αντιποίνων κατά του ανυποψίαστου άµαχου πληθυσµού, που εκείνη τη µέρα αποτελούνταν µόνο από γυναικόπαιδα και γέροντες, καθώς οι άνδρες του χωριού είχαν αποφασίσει να αποµακρυνθούν για ασφάλεια στα γύρω βουνά και στο Μοναστήρι της Παναγίας, µε την ελπίδα ότι η γερμανική δολοφονική µανία θα άφηνε άθικτους τους γέροντες και τα γυναικόπαιδα.
<Ο Σφαγέας της Κλεισούρας
Ο σφαγέας της Κλεισούρας, αντισυνταγµατάρχης Καρλ Σύµερς, διοικητής του 7ου Τεθωρακισµένου Συντάγµατος Αστυνοµίας Γρεναδιέρων Ες-Ες, θεωρούσε ότι ο ελληνικός πληθυσµός περιέθαλπε και υποστήριζε τους αντάρτες και ως εκ τούτου όλοι ήταν συνένοχοι στην αντίστασή τους κατά του Άξονα.
Οι αρχιτέκτονες του εγκλήµατος έστειλαν αρχικά µέσα στην κωµόπολη ανιχνευτές, για να τους καθησυχάσουν ότι δεν θα τους πειράξουν, ώστε να µην τραπούν σε φυγή.
Πίσω τους ακολουθούσαν πάνοπλοι οι εκτελεστές και οι εµπρηστές των Ναζί. Τα απάνθρωπα κτήνη των Ες-Ες και οι γερµανοφορεµένοι Βούλγαροι κοµιτατζήδες υπό την αρχηγία των Γερµανών διοικητών της Καστοριάς Ράισλ και Χίλντενµπραντ και την καθοδήγηση του βουλγαρίζοντα αρχικοµιτατζή Κάλτσεφ και των συντρόφων του, ξεχύθηκαν στο χωριό και άρχισαν να φονεύουν τους κατοίκους και να πυρπολούν τα σπίτια τους, σπέρνοντας αδιάκριτα την καταστροφή, τον όλεθρο και το θάνατο.
Οικογένειες ολόκληρες ξεκληρίστηκαν. Ξεκοίλιαζαν έγκυες γυναίκες, λόγχιζαν βρέφη αβάπτιστα και νήπια, µητέρες έπεφταν νεκρές µε τα τέκνα τους στην αγκαλιά, νεαρές κοπέλες σφαγιάζονταν πάνω στο άνθος της ηλικίας τους, σεβάσµιοι γέροντες και γερόντισσες που σε όλη τους τη ζωή υπερασπίστηκαν τα ιδανικά της πατρίδας γίνονταν παρανάλωµα του πυρός µέσα στις οικίες τους.
Τα εγκαίνια του πρώτου μνημείου στις 28 Μαΐου 1961 και το πάνδημο μνημόσυνο για το Ολοκαύτωμα της Κλεισούρας |
Το αίµα των αθώων τρέχει στα σπίτια και τους δρόµους της πονεµένης Κλεισούρας, µέσα σε µια ασύλληπτη εικόνα φρίκης.
Κανείς δεν κατάφερε να σταµατήσει τους αιµοδιψείς επιδροµείς από το φρικιαστικό έργο της οµαδικής σφαγής και της πυρπολήσεως, ούτε και ο παπα-Γιώργης Μήτρας που µε το σταυρό στο χέρι εκτελείται ως νεοµάρτυρας και κατακρεουργείται στην προσπάθειά του να καταπραΰνει το µένος των αδίστακτων οργάνων του Χίτλερ, επικαλούµενος την ευσπλαχνία τους.
Κόλαση
Μέσα στο δίωρο διάστηµα που όριζε η διαταγή µετατρέπουν τα πάντα σε κόλαση σπέρνοντας το αίµα, τη φρίκη και τον θάνατο και αφήνοντας πίσω τους διακόσια ογδόντα (280) αθώα θύµατα, που κλείνουν τον ευρύ κατάλογο των νεκρών της Επιχείρησης «Μαγιάτικη Καταιγίδα», τον Απρίλη του 1944.
Ο πολιτικός εντεταλµένος του Γ΄ Ράιχ στα Βαλκάνια, Χέρµαν Νοϊµπάχερ χαρακτήρισε την επιχείρηση στην Κλεισούρα «παράλογο λουτρό αίµατος» και επισήμανε πως οι φρικαλεότητες που διεπράχθησαν παρέβαιναν τις πάγιες διαταγές περί αντιποίνων του Ανώτερου Στρατιωτικού Διοικητή Νοτιοανατολικής Ευρώπης Στρατάρχη Μαξιµίλιαν φον Βάικς.
Πυρπολημένα τα σπίτια στη συνοικία Αγίου Δημητρίου της Κλεισούρας |
Τις επόµενες µέρες οι κάτοικοι των γύρω περιοχών µε τρόµο θα βλέπουν την Κλεισούρα να καίγεται και τη φωτιά να συµπληρώνει το έργο της καταστροφής. Όσοι είχαν καταφύγει στα δάση, επιστρέφοντας το επόµενο πρωί, δε βρίσκουν τίποτε άλλο παρά µόνο ερείπια και νεκρούς. Άλλοι αγκάλιαζαν τα πτώµατα των οικείων τους και άλλοι µάταια αναζητούσαν τους καµένους συγγενείς τους.
Απέραντο νεκροταφείο
Η Κλεισούρα είχε µετατραπεί σε ένα απέραντο νεκροταφείο και το κοιµητήριο του χωριού δεν επαρκούσε για να ταφούν τα διακόσια ογδόντα (280) θύµατα, που θάβονταν στις αυλές των εκκλησιών και των σπιτιών και στις πλαγιές του βουνού.
Η φοβερή ναζιστική θηριωδία είχε ολοκληρωθεί µε µια ανείπωτη καταστροφή εκατοντάδων οικιών και δηµοσίων κτηρίων, µεταξύ των οποίων και το ηµιγυµνάσιο, η αστική σχολή, το νέο δηµοτικό σχολείο (που είχε ιδρυθεί το 1919) και η µεγάλη βιβλιοθήκη τους.
Χαροκαμένες Κλεισουριώτισσες θρηνούν για τους νεκρούς του Ολοκαυτώματος στην πλατεία Αγίας Σοφίας στη Θεσσαλονίκη στις 2 Νοεμβρίου 1944 |
Σύµφωνα µε τις επίσηµες εκθέσεις που συντάχθηκαν µετά την πυρπόληση της Κλεισούρας, από τις 350 οικίες οι 150 καταστράφηκαν ολοσχερώς και άλλες 25 µερικώς.
Επρόκειτο για ένα πραγματικό ολοκαύτωμα που δικαιολογημένα ο λαός το ονόµασε σφαγή. Ένα έγκλημα των Ναζί, που πρέπει να παραμένει διαχρονικά στη μνήμη μας, όπως και όλα τα άλλα εγκλήματα που διέπραξαν οι Γερμανοί κατακτητές στην Ελλάδα τα μαύρα χρόνια της Κατοχής. Προκειμένου να μην ξαναζήσει η χώρα μας το φασισμό και το ναζισμό.
Πηγή: Με πληροφορίες αντλήθηκαν από το «Χρονικό του ολοκαυτώματος της Κλεισούρας από τις γερμανικές δυνάμεις Κατοχής στις 5 Απριλίου 1944», του δρ Νικόλαου Σιώκη.