Σήμερον κρεμάται επί ξύλου, ο εν ύδασι την γην κρεμάσας. Στέφανον εξ ακανθών περιτίθεται, ο των αγγέλων βασιλεύς. Ψευδή πορφύραν περιβάλλεται, ο περιβάλλων τον ουρανόν εν νεφέλαις.
Ράπισμα κατεδέξατο, ο εν Ιορδάνη ελευθερώσας τον Αδάμ. Ήλοις προσηλώθη, ο νυμφίος της Εκκλησίας.
Λόγχη εκεντήθη, ο υιός της Παρθένου.
Προσκυνούμεν σου τα Πάθη, Χριστέ.
Δείξον ημίν και την ένδοξόν σου Ανάστασιν.Σήμερα κρεμᾶται ἐπάνω στὸ ξύλο Ἐκεῖνος ποὺ κρέμασε τὴ γῆ πάνω στὰ ὕδατα. Στεφάνι ἀπὸ ἀγκάθια φοράει στὴν κεφαλή, Ἐκεῖνος ποὺ εἶναι ὁ βασιλιὰς τῶν Ἀγγέλων.
Ντύνεται μὲ ψεύτικη πορφύρα (βασιλικὸ ἱμάτιο), αὐτὸς ποὺ περιβάλλει τὸν οὐρανὸ μὲ σύννεφα. Δέχτηκε ράπισμα, Ἐκεῖνος ποὺ στὸν Ἰορδάνη (διὰ τοῦ βαπτίσματός του) ἐλευθέρωσε τὸν Ἀδὰμ ἀπὸ τὸ δεσμὸ τῆς ἁμαρτίας.
Μὲ καρφιὰ καρφώθηκε ὁ Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας. Μὲ λόγχη κεντήθηκε ὁ Υἱὸς τῆς Παρθένου. Προσκυνοῦμε τὰ πάθη σου Χριστέ. Δεῖξε σέ μᾶς καὶ τὴν ἔνδοξή σου Ἀνάσταση.