Στον Πειραιά, όπου μεγάλωσα, οι άνδρες παλαιάς κοπής, ήταν άνθρωποι με κοινωνικό βάρος, με παραδοσιακές αρχές και καθαρό κούτελο.
Είχαν λόγο τιμής, το ναι τους, ήταν ναι και το όχι τους, όχι και αντίστοιχα αποδέχονταν τα ναι και τα όχι των άλλων. Υπήρχε ευγένεια και ιδιαίτερα σεβασμός στο γυναικείο φύλο. Αυτά στον Πειραιά… κάποιες δεκαετίες πριν.
Ερχόμενοι στο σήμερα, βλέπουμε μια καταιγίδα δημοσιευμάτων, που ακολούθησαν την καταγγελία της κ. Μπεκατώρου και έχουν σχέση με την κακοποίηση, σεξουαλική και όχι μόνον, από άνδρες παλαιάς κοπής… αλλά νέας σοδειάς.
Το γεγονός αυτό, έκανε μια μεγάλη μερίδα των Ελλήνων, να ‘’πέσει απ’ τα σύννεφα΄΄! Κυρίως, γιατί οι καταγγελλόμενοι ήταν υπεράνω πάσης υποψιας, με φήμη και αναγνώριση.
Έκτοτε, ένα τσουνάμι καταγγελιών πλημμύρισε τα κανάλια, το διαδίκτυο, τις αστυνομικές αρχές και τα αρμόδια συλλογικά όργανα. Την σκυτάλη πήραν τα πρωϊνάδικα, ακόμα και δελτία ειδήσεων, όπου συζητήσεις επί συζητήσεων, σχόλια, τηλεδικεία, ψυχολογικές αναλύσεις, εμπεριέχονται στην καθημερινή ατζέντα.
Είναι κάποια πράγματα τα οποία μου έκαναν ιδιαίτερη εντύπωση:
Ζούμε σε μια βαθιά υποκριτική κοινωνία, η οποία καμώνεται ότι δεν ήξερε τίποτε, ενώ όλα αυτά ως γεγονότα, κυκλοφορούσαν από στόμα σε στόμα, ειδικά για τους συγκεκριμένους θύτες, όχι μόνον στο κύκλους τους, αλλά και στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, τα οποία μέχρι πριν λίγες ημέρες, τους έπλεκαν εγκώμια, τους αφιέρωναν εκπομπές και γενικά ευρίσκονταν σε αγαστή συνεργασία και αλληλεγγύη.
Φαντάζομαι τον λόγο, που ένας από τους πλέον συστημικούς σκηνοθέτες, ηθοποιός και κριτής τηλεοπτικών θεαμάτων, ζήτησε από τους συναδέλφους του ‘’να καθίσουν καλά΄΄, ένας άλλος διανοούμενος μεγαλοδημοσιογράφος και κριτικός ταινιών, έκανε συγκρίσεις του ‘’δύσκολου΄΄ σκηνοθέτη και ηθοποιού με τον Κουν ή τον Βογιατζή, εκφράζοντας εν πολλοίς την άποψη, ότι οι χαρισματικοί καλλιτέχνες, είναι ΄΄ιδιαίτεροι΄΄ και ‘’ιδιόμορφοι’’, ενώ ένας τρίτος, μπαρουτοκαπνισμένος, φοβερός και τρομερός, δημοσιογράφος της τέχνης, δήλωνε ότι στην διένεξη του θύτη σκηνοθέτη- ηθοποιού και του θύματος, γυναίκας ηθοποιού, είναι εκατό τοις εκατό, με τον θύτη, διότι όταν καταγγέλλεις κάτι μετά από χρόνια, δεν έχει αξία κι αν μάλιστα είναι και στον εργασιακό χώρο… δεν είσαι αθώος του αίματος τούτου.
Θαυμάστε λογική, θαυμάστε υποκρισία, θαυμάστε ποιους αναγνωρίζουμε ως σημαντικούς ανθρώπους, οι οποίοι επηρεάζουν συνειδήσεις και διαμορφώνουν χαρακτήρες.
Οι καταγγελλόμενοι δεν είχαν αντιληφθεί πόσο κακό έκαναν στους νέους ανθρώπους; Ή μήπως δεν τους ένοιαζε; Με ποιο θράσος εκμεταλλεύονταν την θέση ισχύος, την οποία κατείχαν και εκβίαζαν την ικανοποίηση των αρρωστημένων τους ορέξεων; Και πως οι οικογένειες να στέλνουν τώρα τα παιδιά τους στις σχολές της τέχνης;
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, στη βάση ποιας λογικής, προβάλλει την περίπτωση του τέως διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου, χωρίς να συνεχίζει την σκέψη του για τον γνωστό ηθοποιό – σκηνοθέτη, στέλεχος του κόμματος του, διορισμένο από τον ίδιο στο ίδρυμα ΄΄Σταύρος Νιάρχος’’ και στην ‘’Επιτροπή για την Αναθεώρηση του Συντάγματος’’ αλλά και στον ηθοποιό, υπουργό για ένα φεγγάρι στην κυβέρνηση του; Το θέμα δεν είναι πολιτικό αλλά κοινωνικό.
Για να είμαι, δίκαιος όμως, η ευθύνη της κυρίας Υπουργού Πολιτισμού, ως προς την επιλογή του τέως Διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου, είναι ακέραιη.
Κλείνοντας, η κοινωνία θα πρέπει να μην ΄΄θεοποιεί΄΄ το ταλέντο οιουδήποτε, όταν γνωρίζει την μικρότητα της ανθρώπινης υπόστασης του, διότι η ιδιότητα του ανθρώπου προηγείται, του όποιου ταλέντου. Ελπίζω στο μέλλον, οι νέοι άνθρωποι, να έχουν τη δύναμη πλέον, να μην ανέχονται την κάθε μορφής κακοποίηση και να αντιδρούν.
Όσο για τις καταγγελλόμενες φίρμες της τέχνης, τους αυτοαποκαλούμενους, ‘’παλαιάς κοπής΄΄ άντρες, καλύτερα να βρουν λαγούμι να κρυφτούν και ας μη μιλάνε…
Νικόλαος Μανωλάκος
Αντιστράτηγος ε.α. – Επίτιμος Διοικητής ΑΣΔΕΝ
Βουλευτής Ν.Δ, Α΄ Πειραιώς και Νήσων