Σε κομβική αναθεώρηση της αμυντικής της στρατηγικής φέρεται να προχωρά η Τουρκία, καθώς –σύμφωνα με το Bloomberg– εξετάζει σοβαρά το ενδεχόμενο επιστροφής των ρωσικών αντιαεροπορικών συστημάτων S-400 στη Ρωσία, προκειμένου να ανοίξει ο δρόμος για την επανένταξή της στο πρόγραμμα των αμερικανικών μαχητικών πέμπτης γενιάς F-35.
Πηγές με γνώση των επαφών που επικαλείται το διεθνές πρακτορείο αναφέρουν ότι το ζήτημα τέθηκε ευθέως από τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στον Βλαντίμιρ Πούτιν, κατά τη διάρκεια συνάντησής τους στο Τουρκμενιστάν την περασμένη εβδομάδα, έπειτα από προγενέστερες συνομιλίες αξιωματούχων των δύο χωρών. Αν και η τουρκική προεδρία και το υπουργείο Άμυνας αρνήθηκαν να σχολιάσουν, το Κρεμλίνο διέψευσε επισήμως ότι κατατέθηκε τέτοιο αίτημα στη συνάντηση των δύο ηγετών.
Η πληροφορία, ωστόσο, έρχεται να επιβεβαιώσει μια σειρά ενδείξεων επαναπροσέγγισης Άγκυρας–Ουάσινγκτον, με φόντο την αυξανόμενη πίεση των ΗΠΑ προς την Τουρκία να εγκαταλείψει την προηγμένη ρωσική στρατιωτική τεχνολογία, η οποία θεωρείται ασύμβατη με τα συστήματα του ΝΑΤΟ και ιδίως με τα F-35.
Οι S-400 ως «αγκάθι» στις σχέσεις Τουρκίας – ΗΠΑ
Η απόκτηση των S-400 από την Τουρκία αποτέλεσε ένα από τα μεγαλύτερα ρήγματα στις σχέσεις Άγκυρας–Ουάσινγκτον την τελευταία δεκαετία. Οι ΗΠΑ απέκλεισαν την Τουρκία από το πρόγραμμα των F-35 και επέβαλαν κυρώσεις στο πλαίσιο του νόμου CAATSA, θεωρώντας ότι η παρουσία ρωσικών συστημάτων θα μπορούσε να εκθέσει κρίσιμα τεχνολογικά δεδομένα του αμερικανικού μαχητικού.
Παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες της τουρκικής πλευράς να παρουσιάσει τους S-400 ως «ανενεργούς» ή αποθηκευμένους, η Ουάσινγκτον διατήρησε σκληρή και αδιαπραγμάτευτη στάση: χωρίς πλήρη εγκατάλειψη των S-400, καμία επιστροφή στα F-35.
Ιδιαίτερο βάρος αποκτούν οι δηλώσεις του Τομ Μπάρακ, στενού συμμάχου του Ντόναλντ Τραμπ και πρέσβη των ΗΠΑ στην Τουρκία, ο οποίος νωρίτερα αυτόν τον μήνα άφησε να εννοηθεί ότι η Άγκυρα βρίσκεται κοντά στην εγκατάλειψη των S-400. Μάλιστα, εκτίμησε ότι το ζήτημα θα μπορούσε να επιλυθεί εντός τεσσάρων έως έξι μηνών, χρονικό διάστημα που συμπίπτει με μια ευρύτερη επαναξιολόγηση των αμερικανοτουρκικών σχέσεων.
Υπενθυμίζεται ότι το θέμα των S-400 και της επιστροφής της Τουρκίας στο πρόγραμμα των F-35 είχε τεθεί και κατά τη συνάντηση Ερντογάν – Τραμπ στον Λευκό Οίκο τον Σεπτέμβριο, γεγονός που δείχνει ότι η υπόθεση εξελίσσεται σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο.
Η επιστροφή των S-400 στη Ρωσία θα μπορούσε να επιφέρει πολλαπλά οφέλη για την Τουρκία: άρση των αμερικανικών κυρώσεων, αποκατάσταση της εμπιστοσύνης με τις ΗΠΑ και –κυρίως– πρόσβαση στα F-35, ένα πρόγραμμα από το οποίο η τουρκική αεροπορική ισχύς έχει ουσιαστικά αποκλειστεί.
Παράλληλα, όμως, μια τέτοια κίνηση θα συνιστούσε σημαντική υποχώρηση έναντι της Μόσχας, σε μια περίοδο όπου η Τουρκία επιχειρεί να ισορροπήσει ανάμεσα σε Ρωσία και Δύση. Η αγορά των S-400 είχε παρουσιαστεί από τον ίδιο τον Ερντογάν ως σύμβολο στρατηγικής αυτονομίας και ρήξης με τη δυτική εξάρτηση.
Δεν είναι τυχαίο ότι, παρά τις διαρροές, το Κρεμλίνο σπεύδει να διαψεύσει οποιαδήποτε συζήτηση για επιστροφή των συστημάτων, αποφεύγοντας να εμφανιστεί ότι δέχεται πίεση ή ότι χάνει έναν σημαντικό αμυντικό πελάτη.
Μήνυμα προς ΝΑΤΟ και Ανατολική Μεσόγειο
Αναλυτές εκτιμούν ότι αν η Τουρκία πράγματι προχωρήσει στην επιστροφή των S-400, θα πρόκειται για στρατηγική στροφή με ευρύτερες επιπτώσεις, όχι μόνο στις σχέσεις με τις ΗΠΑ, αλλά και στους συσχετισμούς ισχύος εντός του ΝΑΤΟ και στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η πιθανή επανένταξη της Άγκυρας στο πρόγραμμα των F-35 θα ενισχύσει κατακόρυφα την τουρκική αεροπορική ισχύ, προκαλώντας εύλογο προβληματισμό σε χώρες όπως η Ελλάδα, που ήδη επενδύει σε Rafale και F-35 για να διατηρήσει την αποτρεπτική της ισορροπία.
Το ερώτημα που παραμένει ανοιχτό είναι αν ο Ερντογάν είναι διατεθειμένος να πληρώσει το πολιτικό και στρατηγικό κόστος μιας τέτοιας κίνησης – και αν η Μόσχα θα αποδεχθεί αθόρυβα την απώλεια των S-400 από το τουρκικό οπλοστάσιο.












