Έπειτα από 16 χρόνια εργασιών αναστήλωσης, συντήρησης, στερέωσης, αποκατάστασης, ανασκαφής και τεκμηρίωσης του τεράστιου τεχνικού έργου, το μεγαλύτερο οικοδόμημα που έχει δει η κλασική αρχαιότητα, αυτό που ο καθηγητής Βόλφραμ Χέφνερ (Wolfram Hoepfner) είχε χαρακτηρίσει «Παρθενώνα της Μακεδονίας» και στο οποίο μέσα, χωράει τρεις φορές ο Παρθενώνας, παραπέμπει ξανά στην αρχική του εικόνα.
Οι ένδοξες στιγμές του πιο λαμπρού οικοδομήματος της Μακεδονίας
Το πιο λαμπρό οικοδόμημα της Μακεδονίας, ανοίγει τις πύλες του στον κόσμο για να θυμίσει κάποιες από τις ένδοξες στιγμές του:
Την ανέγερσή του στα μέσα του 4ου π.Χ. αιώνα από τον Φίλιππο Β’ με σκοπό να ορίσει την εικόνα του νέου κόσμου… «Εγώ ο ηγεμόνας και ο κόσμος μου συνυπάρχουμε σε αυτό το κτίριο, το ανάκτορο των Αιγών», είχε πει χαρακτηριστικά, δικαιολογώντας την ιδέα που τον οδήγησε στη δημιουργία της πόλης και του ανακτόρου.
Εκεί οργάνωσε και μεταρρύθμισε το βασίλειο των Μακεδόνων και προετοίμασε το έδαφος γι’ αυτό που συνέβη στη συνέχεια με τον γιο του Αλέξανδρο, που δημιούργησε την οικουμένη.
Εκεί ανακηρύχθηκε ο Μέγας Αλέξανδρος βασιλιάς το 336 π.Χ., μετά τη δολοφονία του πατέρα του. Οι ίδιες κολώνες που βλέπει σήμερα ο επισκέπτης, είναι αυτές που «άκουσαν» τους Μακεδόνες να χτυπούν θριαμβικά με τα δόρατα τις ασπίδες τους, καθώς φώναζαν ρυθμικά το όνομά του.
Με αφετηρία το ίδιο σημείο, μόλις δύο χρόνια αργότερα, έγινε το ξεκίνημα της εκστρατείας του Μεγάλου Αλεξάνδρου για τα βάθη της Ανατολής, όπου μαζί με τους δεκάδες χιλιάδες οπλίτες και ιππείς, κουβάλησαν μαζί τους στην άκρη του κόσμου την εικόνα της κλασικής Ελλάδας, της Μακεδονίας, των Αιγών.
Στα μέσα του 2ου προχριστιανικού αιώνα το ανάκτορο καταστράφηκε παραδειγματικά, μετά την οριστική κατάλυση του βασιλείου από τους Ρωμαίους του Μέτελλου, το 148 π.Χ.