Ανατροπή δεδομένων στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και ειδικά της κυπριακής ΑΟΖ, προκαλή η γαλλοκυπριακή αμυντική συμφωνία που τέθηκε σε ισχή.
Η συμφωνία είχε υπογραφεί στις 4/4/2017 στο Παρίσι μεταξύ των υπουργών Άμυνας των δύο χωρών, Χριστόφορου Φωκαΐδη και Ζαν Ιβ Λεντριάν αντίστοιχα, και αποτελεί επικαιροποίηση και αναβάθμιση της συμφωνίας που υπέγραψαν στις 28/2/2007 ο τότε υπουργός Εξωτερικών της Κυπριακής Δημοκρατίας Γιώργος Λιλλήκας με την υπουργό Άμυνας της Γαλλίας Μισέλ Αλιό-Μαρί, η οποία ήταν διάρκειας 10 ετών με πρόνοια για ανανέωση για άλλα 10 χρόνια. Γίνεται λόγος για αναβάθμιση της συμφωνίας, καθώς επεκτείνεται σε νέους τομείς συνεργασίας όπως στην ενεργειακή και θαλάσσια ασφάλεια, στην πειρατεία, στην έγκαιρη προειδοποίηση και διαχείριση κρίσεων, καθώς και στην τρομοκρατία.
Το σημαντικότερο ότι η Γαλλία αναλαμβάνει περιπολίες με πολεμικά πλοία στην κυπριακή ΑΟΖ.
Επίσης, κοινές στρατιωτικές ασκήσεις, ανταλλαγή διαβαθμισμένων πληροφοριών, διευκολύνεις στη ναυτική βάση Μαρή στη Λεμεσό και κοινά εξοπλιστικά προγράμματα. Θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική συμφωνία καθώς τίθεται σε ισχύ παραμονές γεωτρήσεων στην κυπριακή ΑΟΖ και με δεδομένη την τουρκική προκλητικότητα.
Η συμφωνία για αμυντική συνεργασία μεταξύ Κυπριακής Δημοκρατίας και Γαλλίας προβλέπει την ανάπτυξη μιας στρατιωτικής και τεχνικής συνεργασίας στους πιο κάτω τομείς:
* Έρευνες στρατιωτικού, επιστημονικού και τεχνικού χαρακτήρα.
* Ανταλλαγή εμπειριών σε θέματα στρατιωτικής, επιστημονικής, εκπαιδευτικής και τεχνικής ανάπτυξης.
* Τομείς εξοπλισμών και αμυντικής τεχνολογίας και ειδικότερα ανταλλαγή γνώσεων και εμπειριών σε θέματα αμυντικών εξοπλισμών, υποστήριξη και προώθηση των εταίρων στον τομέα της αμυντικής βιομηχανίας, σύμφωνα και μέσα στο πλαίσιο των προγραμμάτων προμήθειας που συμφωνήθηκαν.
* Εκπαίδευση προσωπικού των ενόπλων δυνάμεων των δύο μερών στις στρατιωτικές σχολές.
* Ανταλλαγή εμπειριών και γνώσεων σε θέματα στρατιωτικής δικαιοσύνης, διεθνούς νομοθεσίας, προστασίας της υγείας του στρατιωτικού προσωπικού και του περιβάλλοντος κατά τη διεξαγωγή στρατιωτικών δραστηριοτήτων.
* Οργάνωση αμοιβαίων επισκέψεων στο πλαίσιο ανθρωπιστικών, πολιτιστικών, παιδαγωγικών, στρατιωτικών και αθλητικών δραστηριοτήτων των ενόπλων δυνάμεων, καθώς και επιδείξεων στρατιωτικού υλικού και στρατιωτικών δραστηριοτήτων και ασκήσεων εκπαιδευτικού χαρακτήρα.
* Ανταλλαγή απόψεων, εμπειριών και γνώσεων καθώς και πραγματοποίηση ασκήσεων και συμμετοχή σε επιχειρήσεις στον τομέα Έρευνας και Διάσωσης.
* Εκπαίδευση και ανταλλαγή γνώσεων και εμπειριών για τον ρόλο των Ενόπλων Δυνάμεων στον τομέα της ενεργειακής ασφάλειας, της ασφάλειας στη θάλασσα, της έγκαιρης προειδοποίησης, της εκκένωσης πολιτών και της διαχείρισης κρίσεων. Οι απειλές και οι σχετιζόμενοι κίνδυνοι περιλαμβάνουν ειδικότερα την τρομοκρατία, την πειρατεία, τις επιμέρους εχθροπραξίες, καθώς επίσης και τις φυσικές και βιομηχανικές καταστροφές.
* Ανάπτυξη συνεργασίας στο πλαίσιο της Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας και ιδιαίτερα σε θέματα οργάνωσης, εκπαίδευσης, εξοπλισμών και μεταφοράς δυνάμεων σε περίπτωση στρατιωτικών επιχειρήσεων της Ε.Ε.
* Παροχή επιχειρησιακών διευκολύνσεων και υλικοτεχνικής υποστήριξης σε ένοπλες δυνάμεις κατόπιν κατά περίπτωση συμφωνίας με το άλλο μέρος.
* Στρατιωτική ιατρική και προστασία υγείας.
* Οι διαβαθμισμένες πληροφορίες και το διαβαθμισμένο υλικό που ανταλλάσσονται από τα δύο μέρη, στο πλαίσιο υλοποίησης της παρούσας συμφωνίας, θα προστατεύονται σύμφωνα με τις διατάξεις της συμφωνίας ασφάλειας.
Για την υλοποίηση της εν λόγω συμφωνίας προβλέπεται όπως τα δύο μέρη ετοιμάζουν και επικυρώνουν ανά διετία προγράμματα συνεργασίας. Τα προγράμματα συνεργασίας περιλαμβάνουν την ονομασία των δραστηριοτήτων, τη φύση αυτών, την ημερομηνία και τον τόπο πραγματοποίησης, τις αρμόδιες Αρχές και τις πηγές χρηματοδότησης. Η συμφωνία είναι διάρκειας 10 ετών και θα ανανεώνεται για την ίδια χρονική περίοδο.
Στη συμφωνία γίνεται αναφορά στο Κυπριακό και, συγκεκριμένα, στην περίπτωση που επιτευχθεί συνολική λύση. Όπως αναφέρεται στη συμφωνία, μπροστά σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, «η παρούσα συμφωνία μπορεί να τροποποιηθεί με τη γραπτή από κοινού συγκατάθεση των δύο μερών, ιδιαίτερα σε σχέση με τα μέτρα που θα μπορούσαν να υιοθετηθούν στο πλαίσιο μιας συνολικής λύσης του κυπριακού ζητήματος σύμφωνα με τα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών». Προβλέπεται, επίσης, ότι τα δύο μέρη μπορούν να τερματίσουν την παρούσα συμφωνία κατόπιν κοινής γραπτής απόφασης ή κατόπιν αίτησης ενός μέρους υπό την αίρεση προειδοποίησης έξι μηνών.