Υπό κράτηση τέθηκαν και τα 18 μέλη του πληρώματος ξένου πετρελαιοφόρου που συνελήφθη την Παρασκευή από τις ιρανικές αρχές στον Κόλπο του Ομάν, με την Τεχεράνη να κάνει λόγο για μεταφορά μεγάλης ποσότητας λαθραίων καυσίμων.
Σύμφωνα με ιρανικά μέσα ενημέρωσης που επικαλούνται τις δικαστικές αρχές της επαρχίας Χορμοζγκάν, το τάνκερ φέρεται να μετέφερε περίπου έξι εκατομμύρια λίτρα λαθραίου ντίζελ. Μεταξύ των συλληφθέντων περιλαμβάνεται και ο καπετάνιος του πλοίου, ενώ μέχρι στιγμής δεν έχουν δοθεί επίσημα στοιχεία για την ταυτότητα του πετρελαιοφόρου ή τη σημαία του.
Νωρίτερα, το ιρανικό πρακτορείο Fars είχε μεταδώσει ότι τα μέλη του πληρώματος κατάγονται από την Ινδία, τη Σρι Λάνκα και το Μπανγκλαντές, χωρίς ωστόσο οι πληροφορίες αυτές να έχουν επιβεβαιωθεί επισήμως από τις αρχές.
Οι ιρανικές αρχές κατηγορούν το πλοίο για σειρά παραβάσεων, μεταξύ των οποίων η αγνόηση εντολών στάσης, η απόπειρα διαφυγής, καθώς και η έλλειψη νόμιμων εγγράφων πλοήγησης και φορτίου. Όπως ανέφερε το Fars, το πετρελαιοφόρο είχε απενεργοποιήσει όλα τα συστήματα πλοήγησης, γεγονός που ενίσχυσε τις υποψίες για λαθρεμπορική δραστηριότητα.
Η σύλληψη εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο επιχειρήσεων των ιρανικών δυνάμεων στον Περσικό Κόλπο και τη Θάλασσα του Ομάν, καθώς η Τεχεράνη ανακοινώνει συχνά την κατάσχεση πλοίων που, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της, μεταφέρουν λαθραία πετρέλαιο και καύσιμα. Η εξαιρετικά χαμηλή τιμή των καυσίμων στο Ιράν καθιστά το λαθρεμπόριο προς γειτονικές χώρες ιδιαίτερα επικερδές.
Τον Νοέμβριο, το Ιράν είχε προχωρήσει σε αντίστοιχη σύλληψη πετρελαιοφόρου στην περιοχή, κάνοντας λόγο για «μεταφορά μη εξουσιοδοτημένου φορτίου», ενώ τότε είχε αποκλείσει ότι επρόκειτο για ενέργεια αντιποίνων.
Η νέα υπόθεση αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα λόγω του τεταμένου γεωπολιτικού περιβάλλοντος στην περιοχή. Η σύλληψη του τάνκερ σημειώθηκε μόλις δύο ημέρες μετά την κατάληψη πετρελαιοφόρου από τις Ηνωμένες Πολιτείες στα ανοικτά των ακτών της Βενεζουέλας. Σύμφωνα με την Ουάσινγκτον, το συγκεκριμένο πλοίο, με την ονομασία Skipper, μετέφερε πετρέλαιο από τη Βενεζουέλα και το Ιράν και τελούσε υπό αμερικανικές κυρώσεις από το 2022, λόγω φερόμενων δεσμών με τους Φρουρούς της Επανάστασης και τη Χεζμπολάχ.
















