Τα 10 άτομα, μεταξύ των οποίων και δύο στελέχη του λιμενικού σώματος, ο ένας μάλιστα υψηλά ιστάμενος, κατηγορούνται για συμμετοχή τους σε κύκλωμα διακίνησης κοκαΐνης που είχε κατασχεθεί. Όλοι κρίθηκαν προσωρινά κρατούμενοι με σύμφωνη γνώμη ανακριτή και εισαγγελέα.
Σημειώνεται ότι άλλα τρία άτομα που εμπλέκονται και κατηγορούνται στην ίδια υπόθεση είναι ήδη έγκλειστοι σε σωφρονιστικά καταστήματα. Υπολογίζεται ότι κατά τη διερευνώμενη περίοδο η εγκληματική οργάνωση διακίνησε τουλάχιστον 14.500 γραμμάρια κοκαΐνης ενώ το παράνομο κέρδος, που θα αποκόμιζαν τα μέλη ανέρχεται σε 1.232.000 ευρώ.
Οι δύο λιμενικοί κατηγορούνται ότι αφαιρούσαν ποσότητες κοκαΐνης, που είχαν κατασχέσει οι αρχές από διάφορες υποθέσεις ναρκωτικών και τις διακινούσαν μαζί με ιδιώτες στην αγορά.
Σύμφωνα με την υπηρεσία εσωτερικών υποθέσεων της Αστυνομίας ο κατώτερος αξιωματικός του λιμενικού σώματος αποτελούσε ζωτικό μέλος της εγκληματικής οργάνωσης επιφορτισμένος με το ρόλο του κύριου προμηθευτή των ναρκωτικών ουσιών ενώ εκμεταλλευόμενος την ιδιότητά του κατάφερνε να εξασφαλίζει ποσότητες, που είχαν άμεση σχέση με τις υποθέσεις που ερευνούσαν. Παράλληλα, ο ανώτερος αξιωματικός του λιμενικού με το βαθμό του πλωτάρχη παρείχε λόγω της θέσης του την απαραίτητη κάλυψη και πρόσβαση στον υφιστάμενό του.
Αρχηγός της εγκληματικής οργάνωσης φέρεται να ήταν μια 71χρονη έγκλειστη σε κατάστημα κράτησης η οποία ήταν επιφορτισμένη με την υλοποίηση όλου του επιχειρησιακού σκέλους.
Σημειώνεται ότι για την υπόθεση διενεργήθηκε αυτοψία στο χώρο αποθήκευσης των κατασχεμένων ναρκωτικών ουσιών στο Κεντρικό Λιμεναρχείο Πειραιά όπου διαπιστώθηκε ότι σε τρεις συνολικά υποθέσεις όπου κατασχέθηκαν ναρκωτικές ουσίες σε σάκους, αυτοί έφεραν παραβιασμένη σφραγίδα παρότι το περιεχόμενό τους είχε καταμετρηθεί από το Γενικό Χημείο του Κράτους και είχε σφραγιστεί.