Ο πρωθυπουργός, μιλώντας στη Wall Street Journal από τη Νέα Υόρκη, ξεκαθάρισε ότι η Ελλάδα ασκεί τα κυριαρχικά της δικαιώματα χωρίς να λογοδοτεί στην Τουρκία και ότι οι ανοιχτοί δίαυλοι επικοινωνίας δεν σημαίνουν παραχωρήσεις.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, στο περιθώριο της 80ής Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, έστειλε σαφές μήνυμα προς την Άγκυρα. Σε συνέντευξή του στη Wall Street Journal τόνισε ότι η Ελλάδα δεν έχει τίποτα να συζητήσει με την Τουρκία για τη δραστηριότητα της Chevron νοτίως της Κρήτης, καθώς πρόκειται για άσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας.
«Όσον αφορά στη Chevron, δεν έχουμε να συζητήσουμε τίποτα με την Τουρκία. Ασκούμε τα κυριαρχικά μας δικαιώματα νότια της Κρήτης, αυτό αναγνωρίζεται από την εταιρεία και θα συνεχίσουμε στον ίδιο δρόμο», υπογράμμισε ο πρωθυπουργός. Και πρόσθεσε με νόημα: «Εάν αυτό που κάνουμε προκαλεί δυσφορία στην Τουρκία, ας είναι. C’est la vie, όπως θα έλεγαν και οι Γάλλοι».
Παράλληλα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης στάθηκε στη σημασία της ενίσχυσης των σχέσεων με τις ΗΠΑ, σημειώνοντας ότι η εμβάθυνση της στρατηγικής συνεργασίας σε όλα τα επίπεδα αποτελεί αναγκαία επιλογή. «Η ενίσχυση των ενόπλων δυνάμεων της χώρας είναι τίμημα απαραίτητο», είπε χαρακτηριστικά, εντάσσοντας την αμυντική ισχύ στο πλαίσιο της συνολικής στρατηγικής θωράκισης της Ελλάδας.
Αναφερόμενος στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, ο πρωθυπουργός υπογράμμισε ότι οι συναντήσεις με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν —επτά από το 2019— δεν ήταν πάντοτε εύκολες, αλλά το ζητούμενο παραμένει η ύπαρξη ανοιχτών διαύλων επικοινωνίας. «Δεν σημαίνει ότι συμφωνούμε με την Τουρκία σε όλα τα θέματα. Σημαίνει όμως ότι αντιμετωπίζουμε τα προβλήματα με ειλικρίνεια», είπε.
Η τοποθέτηση του πρωθυπουργού ήρθε μόλις μία ημέρα μετά την αιφνιδιαστική ακύρωση της συνάντησης με τον Τούρκο πρόεδρο στη Νέα Υόρκη, γεγονός που ανέδειξε εκ νέου τις προκλήσεις στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και τις διαφορετικές προσεγγίσεις για την πορεία του διαλόγου.
Πέραν των ελληνοτουρκικών, ο Κυριάκος Μητσοτάκης μίλησε στη συνέντευξή του και για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, την άνθηση του τουρισμού, τις επενδύσεις στην τεχνολογία αλλά και τις κοινωνικές προκλήσεις, όπως το ζήτημα της στέγασης. Ωστόσο, το ισχυρότερο πολιτικό μήνυμα αφορούσε τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας και την αποφασιστικότητα της Αθήνας να μην επιτρέψει αμφισβητήσεις.

















