«Γίνονταν φοβερά πράγματα. Δεν σκοτώνονταν απλώς, είχαμε και περιπτώσεις ανθρωποφαγίας. Στο Διαδίκτυο κυκλοφορούσαν σκηνές που έδειχναν έναν άνθρωπο να τρώει ανθρώπινο πόδι. Είχαν κάψει έναν αντίπαλο πάνω σε λάστιχα αυτοκινήτου και όταν ψήθηκε του έκοψαν το πόδι από το γονάτο και κάτω και το έτρωγαν.
Η διεθνής κοινότητα έπρεπε να επέμβει για να προλάβει μια νέα Ρουάντα και έτσι αποφασίστηκε να σταλεί ευρωπαϊκή στρατιωτική δύναμη για να αποκαταστήσει το επαπειλούμενο λουτρό αίματος», λέει στην «Κ» ο απόστρατος στρατηγός Χρήστος Δρίβας ξετυλίγοντας το νήμα μιας άγνωστης ιστορίας, ενός αληθινού θρίλερ.
«Με απόφαση (2134/2013) του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ δόθηκε εντολή στην Ε.Ε. να συγκροτήσει πολυεθνική δύναμη σε επίπεδο ταξιαρχίας, η οποία θα ενεργήσει στρατιωτική επιχείρηση για το σταμάτημα της σφαγής στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, μια χώρα πέντε φορές μεγαλύτερη σε έκταση από την Ελλάδα και πληθυσμό γύρω στα 5.000.000, στην καρδιά της Αφρικής, ώστε να ομαλοποιηθεί η κατάσταση και να ακολουθήσει η ανάπτυξη δύναμης του ΟΗΕ».
Αυτή η επιχείρηση, η δεύτερη μεγαλύτερη της Ε.Ε. μετά εκείνη στο Τσαντ με στρατεύματα στο έδαφος, σχεδιάστηκε και καθοδηγήθηκε από Ελληνα επιτελάρχη, τον Χρήστο Δρίβα, στο στρατηγείο της Λάρισας.
Η Τουρκία επεδίωξε δυναμικά να συμμετάσχει υποσχόμενη πολλά. Οι πιέσεις ήταν αφόρητες από την κορυφή της ηγεσίας της Ευρώπης, όμως δεν «χώρεσαν»…
Στα τέλη του 2013 οι σφαγές μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων στη χώρα είχαν λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Οι νεκροί ήταν χιλιάδες και αυξάνονταν με γεωμετρική πρόοδο, οι πρόσφυγες πλησίαζαν το ένα εκατομμύριο, οι εικόνες κανιβαλισμού έκαναν τον γύρο του κόσμου και πίσω απ’ όλα αυτά αναδύονταν η οσμή του πετρελαίου, η λάμψη των διαμαντιών και το περιζήτητο από τους ισχυρούς ουράνιο.
«Η σύγκρουση είχε θρησκευτικά χαρακτηριστικά, πίσω όμως από αυτά ήταν τα μεγάλα συμφέροντα. Η χώρα ήταν πόλος έλξης για όλους, Ρώσους, Αμερικανούς, Κινέζους, Γάλλους, Βέλγους που πάσχιζαν ποιος θα εκτοπίσει ποιον και θα έχει μερίδιο στον πλούτο την επόμενη μέρα. Όλοι είχαν κάθε λόγο να εξοπλίζουν τους ντόπιους».
Με εντολή του ΓΕΕΘΑ, ο στρατηγός Δρίβας εγκαταστάθηκε σε ρόλο επιτελάρχη στο ευρωπαϊκό στρατηγείο της Λάρισας, το ένα από τα πέντε της Ε.Ε. (τα άλλα είναι σε Αγγλία, Ιταλία, Γερμανία, Γαλλία), υπό τον έχοντα τότε τη γενική ευθύνη Γάλλο στρατηγό Φίλιπ Ποντιές, έναν έμπειρο και χαρισματικό αξιωματικό, για να οργανώσει από εκεί και να κατευθύνει τη δράση της στρατιωτικής δύναμης υπό την κωδική ονομασία EUFOR RCA.
«Συγκροτήσαμε σε χρόνο-ρεκόρ δύναμη 700 ανδρών από ευρωπαϊκές χώρες στην οποία δεν συμμετείχαν Έλληνες στρατιώτες. Αυτό ήταν λάθος κατά τη γνώμη μου, αλλά έτσι αποφάσισε η πολιτική μας ηγεσία».
Η δράση της στρατιωτικής δύναμης EUFOR RCA διήρκεσε εννιά μήνες.
Γιγαντιαία μεταγωγικά αεροσκάφη, “Αντόνοφ” μισθωμένα από την Ουκρανία, πέταξαν από αεροδρόμια 13 ευρωπαϊκών πρωτευουσών μεταφέροντας με 400 πτήσεις(!) στρατό και εφόδια στην πρωτεύουσα Μπανγκουί όπου γίνονταν συγκρούσεις και στα περίχωρα της είχαν καταφύγει περί το ένα εκατ. πρόσφυγες.
Με το που πάτησε το πόδι της η EUFOR RCA και ξεκίνησε τις περιπολίες ενεπλάκη σε συγκρούσεις. Από το στρατηγείο της Λάρισας ο Χρ. Δρίβας και οι συνεργάτες του, Ελληνες και άλλοι Ευρωπαίοι αξιωματικοί, παρακολουθούσαν «επί του εδάφους», τις εξελίξεις. «Είχαμε εικόνα για το τι συνέβαινε ανά πάσα στιγμή και ανάλογα κατευθύναμε τις δυνάμεις μας», αφηγείται ο απόστρατος στρατηγός και προσθέτει:
«Συγκρούσεις λάμβαναν χώρα καθημερινά. Οι αντιμαχόμενοι έριχναν εναντίον μας με αυτόματα πυροβόλα όπλα. Οι επιθέσεις τους ήταν σχεδιασμένες. Εβαζαν μπροστά, στις διαδηλώσεις τις οποίες έστηναν ως μέρος της επίθεσης, τέσσερις πέντε γραμμές γυναικόπαιδων και από πίσω έρχονταν οι ένοπλοι που πυροβολούσαν και πετούσαν χειροβομβίδες, χτυπούσαν με ρουκέτες RPG, εναντίον των δικών μας.
Υπήρξαν τραυματισμοί, είχαμε ένα θύμα, όχι από σφαίρα, αλλά από εγκεφαλική μαλάρια, ήταν ένα Γάλλος δεκανέας. Ομως τραυματισμοί υπήρξαν πολλοί».
Στην ερώτησή εάν φοβήθηκε κάποια στιγμή, παρακολουθώντας την έκβαση των συγκρούσεων, ότι θα έχει θύματα απάντησε: «Φοβήθηκα πάρα πολύ με δύο περιστατικά όπου όλες οι δυνάμεις βάλλονταν πανταχόθεν και η κατάσταση ήταν πραγματικά σοβαρή. Εκεί το πράγμα είχε φτάσει στο ζεις ή πεθαίνεις.
Ένα βράδυ σε μια συμπλοκή είχαμε εννιά τραυματίες, μερικοί εκ των οποίων σοβαρά. Η βία είχε λάβει μεγάλες διαστάσεις, οι μουσουλμάνοι είχαν οργανώσει μπλόκα σε τρία σημεία της πόλης, ώστε να διασπάσουν τις δυνάμεις μας και να τους επιτεθούν αλλά και να επιτεθούν και στους χριστιανούς. Εκείνες τις ώρες μπήκαν στη μάχη ακόμα και οι μάγειροι, οι γραφιάδες, όλο το προσωπικό, όλος ο κόσμος. Ηταν μια κρίσιμη βραδιά που μας κράτησε σε μεγάλη ένταση».
Εννιά μήνες χρειάστηκαν για να αποκαταστήσει την τάξη η EUFOR RCA και να δημιουργηθεί ασφαλές περιβάλλον για τη διαδοχή της από κυανόκρανους των ΟΗΕ, που έγιναν διεθνώς γνωστοί περισσότερο από τις σεξουαλικές κακοποιήσεις ανηλίκων, παρά από το έργο που τους είχε ανατεθεί.
«Ηταν μια συγκλονιστική εμπειρία, ήμουν ιδιαίτερα τυχερός που την έχτισα από το Α έως το Ω. Την παρακολουθούσα κάθε μέρα κάθε λεπτό. Δούλευα διαρκώς από αρχές Ιανουαρίου μέχρι και τον Αύγουστο, δεν είχα λείψει από το στρατηγείο ούτε μία ώρα. Μέρα νύχτα ήμουν εκεί, είχα εγκαταλείψει την οικογένειά μου.
Ο απλός πολίτης δεν καταλαβαίνει τι είναι να σε παίρνουν από τη ζούγκλα εννιά τηλέφωνα μέσα στη νύχτα και να σου λένε τώρα ζούμε, αλλά από στιγμή σε στιγμή κινδυνεύουμε να πεθάνουμε και να ξέρεις ότι δεν έχεις άλλες δυνάμεις για να βοηθήσεις. Είχαμε συγκροτήσει και στρατηγική εφεδρεία από δυνάμεις σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ώστε αν τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά και βλέπαμε δυσάρεστες καταστάσεις να στείλουμε ενισχύσεις δύο αερομεταφερόμενους λόχους καταδρομέων».
Ο Στρατηγός Δρίβας ήταν ιδιαίτερα καυστικός όταν ρωτήθηκε για το όφελος της Ελλάδας από μια τέτοια επιχείρηση. «Υπήρξε τεράστιο επιχειρησιακό όφελος για τα στελέχη μας που κλήθηκαν για πρώτη φορά να αναλάβουν πραγματική στρατιωτική επιχείρηση με μάχες, συμπλοκές, νεκρούς και τραυματίες.
Εμείς στη Λάρισα τα σχεδιάσαμε και αν τα σχεδιάζαμε στραβά, στραβά θα πήγαινε και η επιχείρηση. Οι 67 Ελληνες αξιωματικοί που πήραν μέρος απεκόμισαν σοβαρή επιχειρησιακή εικόνα, εμπειρία, αντίληψη του τι γίνεται στην πράξη. Αλλο να λες θεωρίες κάτω από τον ρινγκ και άλλο να είσαι ανεβασμένος επάνω και να τρως γροθιές.
Το μεγάλο όφελος για τα στελέχη που συμμετείχαν για την τιμή και τη δόξα των Ενόπλων μας Δυνάμεων ήταν ότι η μικρή Ελλάδα μπορεί να αναλάβει και να φέρει εις πέρας πολυεθνικές επιχειρήσεις στρατιωτικές στην άλλη άκρη του κόσμου με μεγάλη επιτυχία.
Η ζημιά ήταν ότι για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας δεν στείλαμε στελέχη στην Αφρική, στο πεδίο της μάχης, να πλαισιώσουν το τακτικό στρατηγείο επί του εδάφους που διεξήγαγε την επιχείρηση».