Σημαντικές είναι οι πιθανότητες εκλογής του Έλληνα Α/ΓΕΕΘΑ στο ΝΑΤΟ
Επιβεβαιώθηκε και επίσημα η υποψηφιότητα του Αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας (Α/ΓΕΕΘΑ) στρατηγού Μιχαήλ Κωσταράκου για την κορυφαία στρατιωτική θέση της Συμμαχίας, αυτή του προέδρου της Στρατιωτικής Επιτροπής (Military Committee) του NATO.
Συγκεκριμένα την 1η Αυγούστου 2014 έληξε η προθεσμία υποβολής υποψηφιοτήτων για τη θέση του προέδρου της Στρατιωτικής Επιτροπής του ΝΑΤΟ και έχουν καταγραφεί τρεις υποψηφιότητες: του Έλληνα, του Ιταλού και του Τσέχου Αρχηγού, με τους παρατηρητές να αναφέρουν, ότι ο Έλληνας αρχηγός έχει «καλές πιθανότητες» να είναι ο τελικός νικητής…
Η ψηφοφορία για την εκλογή θα γίνει στη συνεδρίαση της Στρατιωτικής Επιτροπής στο Vilnious της Λιθουανίας την 21η Σεπτεμβρίου. Σε αυτή ψηφίζουν οι Αρχηγοί των κρατών-μελών του ΝΑΤΟ και η ανακήρυξη γίνεται με απόλυτη πλειοψηφία. Με βάση τον ισχύοντα προγραμματισμό ο νέος πρόεδρος θα αναλάβει τα καθήκοντα του το τέλος Ιουνίου 2015 και για διάστημα τριών ετών.
Μάλιστα μέχρι την ανάληψη των καθηκόντων του ο νέος πρόεδρος μπορεί να παραμείνει στη θέση του Αρχηγού των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας του. Σημειώνεται ότι εξ ορισμού ο πρόεδρος της Στρατιωτικής Επιτροπής είναι μη-Αμερικανός ανώτατος αξιωματικός με τον βαθμό του στρατηγού (ή αντιστοίχου) τεσσάρων αστέρων που είναι προτιμητέο να έχει ασκήσει τα καθήκοντα του Αρχηγού των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας του.
Είναι η πρώτη φορά που η χώρα μας έχει υποψήφιο για την θέση του Προέδρου της Στρατιωτικής Επιτροπής του ΝΑΤΟ.
Όμως η επιλογή του Έλληνα Αρχηγού είναι ιδιαίτερα δύσκολη λόγω πλειάδας πολύπλοκων και ευαίσθητων παραμέτρων. Οι διπλωματικές ισορροπίες, οι συμμαχίες που αναπτύσσονται μεταξύ των ισχυρών μελών της Συμμαχίας, η δύναμη που έχουν τα ισχυρά κράτη της Συμμαχίας τα οποία συμβάλλλουν σε μεγαλύτερο ποσοστό με δυνάμεις, μέσα και οικονομικούς πόρους στο NATO αποτελούν μερικές από αυτές. Πολύ σημαντικό ρόλο διαδραματίζει επίσης η εξωτερική πολιτική των κρατών-μελών ενώ οι προσωπικές σχέσεις έχουν πολύ μειωμένη βαρύτητα. Τέλος σε ότι αφορά την επιλογή του Έλληνα Αρχηγού εξαιρετικά σημαντική παράμετρος είναι η μοναδική ιδιαιτερότητα της περιοχής μας, στην οποία καταγράφεται η αντιπαράθεση και τα πολλά ανοικτά μέτωπα μεταξύ δύο χωρών-μελών της Συμμαχίας.
Θα επισημάνουμε ότι η θέση του προέδρου της Στρατιωτικής Επιτροπής του ΝΑΤΟ είναι εξαιρετικά κρίσιμη και σημαντική.
Ο πρόεδρος της Στρατιωτικής Επιτροπής είναι ο ανώτατος στρατιωτικός αξιωματούχος της Συμμαχίας και εξ ορισμού ο κύριος στρατιωτικός σύμβουλος του Γενικού Γραμματέα. Αποτελεί επίσης τον αγωγό μέσω του οποίου οι λαμβανόμενες με συναίνεση προτάσεις των 28 Αρχηγών των Ενόπλων Δυνάμεων των χωρών-μελών προωθούνται στα πολιτικά όργανα λήψης απόφασης της Συμμαχίας.
Σε καθημερινό επίπεδο ο πρόεδρος της Στρατιωτικής Επιτροπής διευθύνει τις εργασίες του ανώτατου στρατιωτικού οργάνου της Συμμαχίας και ενεργεί για λογαριασμό του. Ενεργεί επίσης ως αντιπρόσωπος και εκπρόσωπος της Στρατιωτικής Επιτροπής και εξ ορισμού αποτελεί τον ανώτατο στρατιωτικό εκπρόσωπο στα μέσα μαζικής ενημέρωσης (και μέσω αυτών στο ευρύ κοινό) της Συμμαχίας για στρατιωτικά ζητήματα.
Προεδρεύει σε όλες τις συναντήσεις της Στρατιωτικής Επιτροπής και εκδίδει οδηγίες και κατευθύνσεις στον διευθυντή του Διεθνούς Στρατιωτικού Επιτελείου (IMS: International Military Staff) αλλά και στους διοικητές των διοικήσεων στρατηγικού επιπέδου της Συμμαχίας. Επίσης αντιπροσωπεύει την Στρατιωτική Επιτροπή στις συναντήσεις του Βορειο-Ατλαντικού Συμβουλίου (NAC: North Atlantic Council) και σε άλλα όργανα υψηλού πολιτικού επιπέδου όπως η Επιτροπή Αμυντικού Σχεδιασμού (DPC: Defence Planning Committee) και η Ομάδα Πυρηνικού Σχεδιασμού (NPG: Nuclear Planning Group). Τέλος εκτελεί και τα καθήκοντα του προέδρου του ακαδημαϊκού συμβουλίου του Αμυντικού Κολλεγίου του ΝΑΤΟ (NATO Defence College).
Μερικές διαπιστώσεις
Η υποψηφιότητα του Α/ΓΕΕΘΑ στρατηγού Μιχαήλ Κωσταράκου για την επιλογή του στην ανώτατη στρατιωτική θέση της Συμμαχίας ασφαλώς αντανακλά πολύ θετικά τόσο στον ίδιο, ως αναγνώριση της ποιότητας και της επάρκειας του ως ανώτατου αξιωματικού, αλλά και στη χώρα.
Χωρίς να έχουμε πληροφορίες για τα όσα έχουν διαμειφθεί, μπορούμε να εικάσουμε ότι της επίσημης διαδικασίας επιλογής έχει προηγηθεί μία άτυπη διαδικασία προ-επιλογής (screening) των υποψηφιοτήτων. Το γεγονός ότι για πρώτη φορά υπάρχει επίσημη ελληνική υποψηφιότητα για την ανώτατη στρατιωτική θέση της Συμμαχίας μπορεί να θεωρηθεί και ως ένδειξη ότι η χώρα μας (που τις προηγούμενες δεκαετίες είχε μία μάλλον «χλιαρή» στάση σε ότι αφορά τη συμμετοχή της στο NATO) έχει αναβαθμίσει σημαντικά τη θέση της στο «εσωτερικό χρηματιστήριο» του πολυεθνικού οργανισμού.
Φυσικά, αν και η θέση του προέδρου της Στρατιωτικής Επιτροπής είναι στρατιωτική, η επιλογή για αυτή είναι καθαρά πολιτική.
Πολύ κυνικά μάλιστα θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι η επιλογή του Προέδρου της Στρατιωτικής Επιτροπής της Συμμαχίας έχει ως αποκλειστική προϋπόθεση τη σύμφωνη γνώμη των ΗΠΑ, που είναι η χώρα με τη μεγαλύτερη συνεισφορά μέσων και οικονομικών πόρων στο NATO. Στη βάση αυτής της συλλογιστικής η επιλογή της ελληνικής υποψηφιότητας έχει εξαιρετικά σημαντικές και πολυεπίπεδες προεκτάσεις και προοπτικές που καλό θα ήταν η ελληνική πολιτική τάξη (κυρίως) και διπλωματία να αντιληφθεί, να κατανοήσει και να επιδιώξει να τις αξιοποιήσει.
Σε κάθε περίπτωση, η υποψηφιότητα του Α/ΓΕΕΘΑ αποτελεί τιμή και για τις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις που παρά τις όποιες δυσκολίες, απόρροια της οικονομικής κρίσης που μαστίζει τη χώρα, περιλαμβάνονται στις ισχυρότερες της Συμμαχίας (δυστυχώς ούτε αυτό έχουμε κατανοήσει και το κυριότερο εκμεταλλευτεί στη χώρα μας).