Μια μεγάλης σημασίας εξέλιξη σημειώθηκε τις τελευταίες ώρες που σε βάθος χρόνου θα οδηγήσει σε αξιόλογη επαύξηση της μαχητικής αξίας των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, ειδικότερα, του Πολεμικού Ναυτικού.
Λίγο πριν παραδώσει τα καθήκοντά του στον – όποιον – διάδοχό του, ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, Δημήτρης Αβραμόπουλος,φέρεται να έχει βάλει δυο υπογραφές, ανοίγοντας τον δρόμο σε δυο σημαντικά εξοπλιστικά προγράμματα.
Σύμφωνα λοιπόν με αξιόπιστες πηγές, ο υπουργός υπέγραψε τους φακέλους που αφορούν στα προγράμματα των τορπιλών για τα υποβρύχια και για αυτόν που αφορά στον εκσυγχρονισμό των ελληνικών Αεροσκαφών Ναυτικής Συνεργασίας (ΑΦΝΣ) τύπου P-3 Orion. Οι υπογραφές αυτές δε σημαίνει έναρξη του προγράμματος, αλλά όμως συνιστούν ένα κρίσιμο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση της υλοποίησης.
Όσον αφορά στις τορπίλες, ο Δ. Αβραμόπουλος υπέγραψε για να ξεκινήσουν οι διαδικασίες για τη διενέργεια διεθνούς διαγωνισμού για την επιλογή του προμηθευτή. Το ύψος του εξοπλιστικού προγράμματος δεν έχει γίνει γνωστό. Πρόκειται για το πρόγραμμα προμήθεια 59 τορπιλών βαρέως τύπου που υπήρχε σε υψηλή προτεραιότητα στο ΕΜΠΑΕ 2011-2015 των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων.
Για το πρόγραμμα αυτό, χύθηκε πολύ μελάνι τη δεκαετία του 2000, για να βρισκόμαστε το 2014 και να συζητούμε για τα ίδια θέματα, όσο αυτονόητα κι αν φαντάζουν, ακόμα και για τον τελευταίο στρατιωτικό αναλυτή. Στο προηγούμενο μάλιστα ΕΜΠΑΕ, η απαίτηση ήταν για 70 τορπίλες…
Οι ανταγωνιστές για το πρόγραμμα, είναι οι αναμενόμενοι: Οι Γερμανοί, οι Ιταλοί και ενδεχομένως οι Αμερικανοί. Πιο συγκεκριμένα, θεωρείται ότι η «μάχη» θα κριθεί ανάμεσα στη γερμανική DM2A4 της Atlas Elektronik (φαβορί, μια επικράτηση που θα μπορούσε πολιτικό επίπεδο να λύσει κι άλλα τρέχοντα προβλήματα του Πολεμικού Ναυτικού) και τη γαλλο-ιταλική προέλευσης Black Shark της WASS (Whitehead Alenia Sistemi Subacquei), με μεγάλο αουτσάιντερ ενδεχόμενη αμερικανική υποψηφιότητα, εάν αποφασίσει η Raytheon να υποβάλλει προσφορά.
Θα ξεκινούσε βέβαια από μειονεκτική θέση, αφού η τορπίλη που θα προτείνουν θα πρέπει να ολοκληρωθεί και να πιστοποιηθεί ως όπλο για τα γερμανικής προέλευσης υποβρύχια του ελληνικού Στόλου, ενώ θα έπρεπε να επιλυθούν και κάποια ζητήματα ασφαλείας που είχαν ανακύψει, όπως υποστήριζαν δημοσιεύματα της εποχής (επικαλούμενα την ηγεσία του Ναυτικού), με το ενδιαφέρον της εταιρίας να είναι πολύ μεγάλο, όπως μαρτυρούσε άλλωστε και… «επικοινωνιακή καταιγίδα», προτού το όλο πρόγραμμα εγκαταλειφθεί.
Επίσης, παρότι το τελευταίο διάστημα εμφανίστηκαν – ελέω κρίσης – λογικές του τύπου «όλα τα σφάζω όλα τα μαχαιρώνω» αναφορικά με εκκρεμότητες που αφορούν τον τομέα της ελληνικής ναυτικής ισχύος (…) πρόκειται για διαδικασίες που συνεπάγονται σημαντικό κόστος, ασχέτως της ποιότητας του προϊόντος.
Αξίζει επίσης να υπενθυμιστεί, ότι σύμφωνα με δημοσιεύματα της εποχής, στην προσπάθεια υλοποίησης του προγράμματος είχαν ανακύψει σοβαρά προβλήματα για την πλήρη ολοκλήρωση του όπλου στο σύστημα μάχης των υποβρυχίων Type 214 (ISUS 90 επίσης κατασκευή της Atlas Elektronik), τα δε οικονομικά κόστη ήταν σημαντικά, σε τέτοιο βαθμό που να υπερκαλύψουν και τη διαφορά των δύο αρχικών οικονομικών προσφορών της Atlas Elektronik και της Whitehead, καθώς η δεύτερη είχε συμπιέσει (για ευνόητους λόγους) σημαντικά το κόστος.
Οι παρακολουθούντες τα ελληνικά ναυτικά προγράμματα πιθανόν να ενθυμούνται ακόμα τη φιλολογία που είχε αναπτυχθεί περί πλήρους ή μερικής ολοκλήρωσης. Κύριος βιομηχανικός εταίρος της Atlas Elektronik ήταν η ελληνική Sunlight, η οποία είχε μάλιστα τότε προτείνει και την κατασκευή μίας ελληνοποιημένης έκδοσης της DM2A4. Ας ελπίσουμε, ότι η ευρύτερη γεωπολιτική συγκυρία θα οδηγήσει σε ωριμότερη αντιμετώπιση του προγράμματος αυτή τη φορά και θα φέρει σύντομα αποτελέσματα, διότι αυτό είναι που εν τέλει ενδιαφέρει.
Όσον αφορά το πρόγραμμα των ΑΦΝΣ, επίσης δεν έχει γίνει γνωστό το ύψος του προγράμματος, ώστε να εξαχθούν συμπεράσματα για το πόσα αεροσκάφη σκοπεύει να επαναφέρει σε επιχειρησιακή κατάσταση το Πολεμικό Ναυτικό. Προφανώς, θα επιχειρηθεί να εξασφαλιστούν κονδύλια ώστε να επιτευχθεί η μέγιστη δυνατή διαθεσιμότητα για τα αεροσκάφη του τύπου.
Υπάρχει πολύς δρόμος για να διανυθεί ακόμα. Σε κάθε περίπτωση όμως, οι υπογραφές του Δημήτρη Αβραμόπουλου είναι μεγάλης σημασίας. Μπορεί να… ψιθυρίζεται, ότι τη δύσκολη δουλειά της εξεύρεσης των κονδυλίων θα αναλάβουν να τη φέρουν σε πέρας οι επόμενοι υπουργοί Άμυνας, όμως χωρίς τις υπογραφές αυτές η διαδικασία δεν θα προχωρούσε.
Σε τελική ανάλυση, ο υπουργός με τον τρόπο αυτό διαφοροποιείται από προκατόχους του, οι οποίοι είχαν εξειδικευτεί στο να αφήνουν εκατοντάδες – κυριολεκτικά – ανυπόγραφους φακέλους, με αποτέλεσμα οι εκκρεμότητες να συσσωρεύονται και τα επιχειρησιακά προβλήματα να γίνονται εξαιρετικά πιεστικά.
Ουδείς έδειχνε να κατανοεί, ότι η διαδικασία θα έπρεπε να προχωρήσει και ας φθάναμε στο σημείο όπου το πολιτικό σύστημα και η ελληνική κοινωνία έπρεπε να λάβουν τις αποφάσεις τους, εάν επιθυμούσαν να αφυπνιστούν εγκαίρως, ή μετά από μια κρίση όπως το 1996 στα Ίμια, που θα ήταν όμως πολύ αργά. Τα σύννεφα μαζεύονται και είναι βαριά στην ευρύτερη περιοχή και η Τουρκία διαρκώς αποθρασύνεται, έχοντας αποφασίσει να αρπάξει με το «έτσι θέλω» πλουτοπαραγωγικούς πόρους που δεν της ανήκουν. Κι αντί ωριμότητας και επαγρύπνησης, οι ενέργειες ή/και οι παραλείψεις υπουργών Άμυνας του πρόσφατου παρελθόντος, έχουν μπλέξει τη χώρα σε περιπέτειες.
Κάποιοι περνούσαν από το υπουργείο, χωρίς να έχουν την παραμικρή συναίσθηση που βρισκόντουσαν και τι έπρεπε να κάνουν. Κατά συνέπεια, οι υπογραφές του Αβραμόπουλου, δεν μπορεί παρά να θεωρηθούν ως ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, ένα βήμα μπροστά. Όσο κι αν εκπλήσσει, κυρίως εμάς τους ίδιους που δεν είχαμε υιοθετήσει και την πιο φιλική στάση απέναντι στον συγκεκριμένο υπουργό, οφείλουμε να καταγράψουμε αυτό που βλέπουμε, το οποίο περιγράφεται με τις απλές λέξεις, για τα δεδομένα της εποχής, «αφήνει έργο».