Δεκαεννέα πολεμικά αεροσκάφη, εκ των οποίων δύο βομβαρδιστικά ικανά να φέρουν πυρηνικές βόμβες, έστειλε η Κίνα πάνω από τον εναέριο χώρο της Ταϊβάν, σε μια σαφή ένδειξη του τεταμένου κλίματος που επικρατεί στην πυριτιδαποθήκη της Ανατολικής Ασίας.
Η Κίνα έχει ενοχληθεί από την ανακοίνωση της Ταϊβάν ότι θα ενισχύσει κατά 8,7 δισ. δολάρια τις αμυντικές δαπάνες της, καθώς και από τη δημιουργία του αντικινεζικού αμυντικού συμφώνου ΗΠΑ – Βρετανίας – Αυστραλίας.
«Οι Κινέζοι κομμουνιστές εξακολουθούν να επενδύουν στους αμυντικούς προϋπολογισμούς και οι παραβιάσεις του θαλάσσιου και του εναέριου χώρου μας είναι συχνές», είπε η πρόεδρος της Ταϊβάν, Τσάι Ινγκ-γουεν.
Από την ανάληψη της εξουσίας, το 2016, ο εκσυγχρονισμός των ενόπλων δυνάμεων του νησιού αποτελεί προτεραιότητα της Τσάι, με την ενθάρρυνση και του τότε Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.
Η Κίνα, από την άλλη πλευρά, δεν έχει πάψει να θεωρεί την Ταϊβάν κινεζικό έδαφος και να εμποδίζει την ενσωμάτωσή της στη διεθνή κοινότητα.
Πιο πρόσφατο πεδίο ανταγωνισμού είναι η συνθήκη ελεύθερου εμπορίου του Ειρηνικού (CPTPP), από την οποία η Κίνα επιδιώκει να αποκλείσει την Ταϊβάν.
Εν τω μεταξύ, οι επιπτώσεις από την εν κρυπτώ διαπραγμάτευση του αμυντικού συμφώνου ΗΠΑ – Αυστραλίας – Βρετανίας εξακολουθούν να γίνονται αισθητές στη Γαλλία, παρά το συμφιλιωτικό τηλεφώνημα των προέδρων Μπάιντεν και Μακρόν την Τετάρτη.
«Η μόνη στρατηγική ανησυχία των ΗΠΑ πλέον είναι η ανάσχεση της Κίνας.
Τόσο ο τέως όσο και ο νυν πρόεδρος των ΗΠΑ θεωρούν ότι οι σύμμαχοι πρέπει να είναι υπάκουοι», υποστήριξε ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών Μπρινό Λε Μερ.
«Εμείς εκτιμούμε ότι πρέπει να είμαστε ανεξάρτητοι», προσέθεσε.