Το Ιστορικό της Μάχης
Μετά τη σύναψη της συνθήκης ειρήνης στο Λονδίνο των Βαλκανικών κρατών με την Τουρκία (17 Μαΐου 1913), ήρθε η ώρα να ξεκαθαρίσουν τις μεταξύ τους διαφορές για τη διανομή των εδαφών που κατείχε στην Βαλκανική η Τουρκία. Οι απαιτήσεις της Βουλγαρίας την εποχή εκείνη απέβλεπαν στην επέκτασή της σε ολόκληρη την Μακεδονία.
Η Σερβία και η Βουλγαρία είχαν συνάψει συμφωνία διανομής των εδαφών, αλλά η Σερβία δεν αναγνώριζε πλέον την συμφωνία αυτή. Η Βουλγαρία όμως επέμενε να πάρει όλα τα συμφωνηθέντα εδάφη.
Οι Σέρβοι αναγνώριζαν τα δικαιώματα της Ελλάδας για τα εδάφη τα οποία είχε απελευθερώσει ο Ελληνικός Στρατός, η Βουλγαρία όμως επεδίωκε να εκδιώξει την Ελλάδα από τα εδάφη αυτά και να ιδρύσει τη μεγάλη Βουλγαρία της συνθήκης του Αγίου Στεφάνου του 1878.
Η Ελλάδα και η Σερβία την 19η Μαΐου 1913 συνδέονται με αμυντική συμμαχία. Ήδη η Βουλγαρία είχε πάρει απόφαση για αιφνιδιαστική επίθεση κατά του Ελληνικού και Σερβικού Στρατού.
Τη νύχτα 16 με 17 Ιουνίου 1913 οι Βούλγαροι χωρίς να κηρύξουν τον πόλεμο, επιτίθενται αιφνιδιαστικά κατά των Ελλήνων και των Σέρβων. Με την αιφνιδιαστική τους επίθεση κατορθώνουν ν’ αρπάξουν τη Γευγελή και να διακόψουν κάθε επικοινωνία μεταξύ Ελλήνων και Σέρβων.
Προσωρινά όμως αναστέλλουν την πορεία τους προς τη Θεσσαλονίκη, γιατί δεν πετυχαίνουν να εκτοπίσουν τους Σέρβους πέρα από τον Αξιό. Εγκαθίστανται υποχρεωτικά στα γύρω υψώματα, στη γραμμή Κιλκίς – Λαχανά. Η τοποθεσία έχει πολλά αμυντικά πλεονεκτήματα.
Η Ελληνική κυβέρνηση, μετά την ενημέρωσή της, έλαβε ομόφωνα απόφαση για την ανάληψη γενικής επίθεσης. Τη νύχτα 17/18 Ιουνίου 1913, η ΙΙ Μεραρχία διενήργησε γενική εκκαθάριση των Βουλγαρικών τμημάτων που στάθμευαν στη Θεσσαλονίκη και κατόρθωσε σταδιακά να απαλλάξει την πόλη από την παρουσία τους. Την 18η Ιουνίου, ο Κωνσταντίνος ανέλαβε τη διοίκηση του στρατού. Το ίδιο διάστημα η Σερβία κήρυξε πόλεμο εναντίον της Βουλγαρίας.
“Η Ι Μεραρχία ἐκκινοῦσα τήν 5ην ὥραν θά προήλαυνε δι’ Ὄσσης (Βυσσώκας) καί Νικοπόλεως (Ζαρόβου) πρός τήν γραμμήν Λαχανᾶ – Ξυλόπολις (Λιγκοβάνη). Εἰς τήν ἐκτίμησιν ταύτης ἐπαφίετο, ἐάν θά ἐστρέφετο ἐν ἀνάγκῃ καθ’ ὁδόν, πρός ἀριστερά, ἵνα ὑποστηρίξῃ τό δεξιόν τῆς VI Μεραρχίας” (Απόσπασμα της διαταγής επιχειρήσεων του Γενικού Στρατηγείου την 18η Ιουνίου, στις 20:00).
Κατά την πρώτη ημέρα της μάχης (19η Ιουνίου), στην περιοχή του Λαχανά η 1η μεραρχία κινήθηκε επιθετικά καταλαμβάνοντας κατά τις απογευματινές ώρες, μετά από σκληρό αγώνα, την Όσσα (Βυσσώκα) και το Βερτίσκο (Μπέροβα). Οι Βούλγαροι υποχωρώντας εγκατέλειψαν 6 πυροβόλα και άφθονο πολεμικό υλικό, ενώ συνελήφθησαν και πολλοί Βούλγαροι αιχμάλωτοι. Ο εχθρός όμως πριν αποχωρήσει, είχε παραδώσει στις φλόγες τον Βερτίσκο.
H 6η μεραρχία προωθήθηκε στην περιοχή του χωριού Άσσηρος και στη συνέχεια επιτέθηκε εναντίον των Βουλγαρικών τμημάτων, τα οποία ανέτρεψε αποκτώντας επαφή με την τοποθεσία Λαχανά. Οι απώλειες της μεραρχίας κατά την ημέρα αυτή ήταν σημαντικές, ξεπερνώντας τους 530 νεκρούς και τραυματίες.
Το αποτέλεσμα του αγώνα της πρώτης ημέρας ήταν η κατάληψη από τον Ελληνικό στρατό, ολόκληρης της Βουλγαρικής γραμμής προφυλακών και ο εξαναγκασμός των Βουλγάρων να συμπτυχθούν στην κύρια γραμμή αντίστασης.
Την επόμενη ημέρα, την 20η Ιουνίου, η 1η μεραρχία ενεργώντας επιθετικά από το χωριό Όσσα προς το χωριό Λαχανάς, ενεπλάκη τις απογευματινές ώρες σε σκληρό αγώνα, ο οποίος διήρκεσε μέχρι τις πρώτες νυχτερινές ώρες, χωρίς όμως τελικά να καταφέρει να διασπάσει τη Βουλγαρική αμυντική τοποθεσία.
Η 6η Μεραρχία, προελαύνοντας από το πρωί, κατέλαβε γύρω στις 11:10 την Ξυλόπολη, όπου και αιχμαλώτισε ένα Βουλγαρικό λόχο. Συνεχίζοντας την προέλασή της, έφτασε σε απόσταση ενός περίπου χιλιομέτρου από την κύρια Βουλγαρική αμυντική τοποθεσία και αποκατέστησε την επικοινωνία της με την 1η Μεραρχία, η οποία επιχειρούσε στα ανατολικά της.
Το πρωί της 21ης Ιουνίου οι ελληνικές μεραρχίες επανέλαβαν την επίθεσή τους κατά των Βουλγαρικών θέσεων. Οι Βούλγαροι άρχισαν να συμπτύσσονται προς τα βόρεια, υπό την κάλυψη οπισθοφυλακών. Οι Ελληνικές δυνάμεις, συνεχίζοντας την κίνησή τους, απελευθέρωσαν το Κιλκίς στις 10:00 και καταδίωξαν τις συμπτυσσόμενες εχθρικές δυνάμεις.
Παράλληλα, η 1η και 6η μεραρχία που βρίσκονταν στην περιοχή του Λαχανά, μετά τη διαταγή που πήραν για τη συγκρότηση του αποσπάσματος Λαχανά, άρχισαν να εκτελούν τις απαραίτητες μετακινήσεις τμημάτων για την υλοποίηση της διαταγής, όταν η μάχη ξεκίνησε ξανά, το πρωί της 21ης Ιουνίου.
Οι Βούλγαροι αντιλήφθηκαν την εκούσια αποχώρηση του 3ου τάγματος του 5ου συντάγματος που προοριζόταν για το συγκροτούμενο απόσπασμα Λαχανά και επειδή το θεώρησαν ως υποχώρηση, ξεκίνησαν αντεπίθεση και πέτυχαν να απωθήσουν τα τμήματα του 1ου τάγματος του 1ου συντάγματος που μάχονταν μπροστά στο χωριό Κυδωνιές.
Χάρη στον ηρωισμό αυτού του τάγματος, του οποίου σχεδόν όλοι οι αξιωματικοί τέθηκαν εκτός μάχης, επιτεύχθηκε η ανάσχεση της Βουλγαρικής αντεπίθεσης. Το μεσημέρι, όμως, αναγγέλθηκε η νίκη στο Κιλκίς και ανακλήθηκε η διαταγή αποστολής του αποσπάσματος.
Έτσι στις 3:00 το απόγευμα, οι δύο μεραρχίες επιτέθηκαν συντονισμένα εναντίον των εχθρικών χαρακωμάτων. Μετά από αντίσταση μίας ώρας περίπου οι Βούλγαροι, που είχαν και αυτοί πληροφορηθεί την έκβαση της μάχης του Κιλκίς, υποχώρησαν άτακτα προς τα βορειοανατολικά και συγκεκριμένα στην περιοχή του Στρυμόνα, αφήνοντας στο πεδίο της μάχης 16 από τα 24 πυροβόλα τους και περίπου 1.300 τουφέκια.
Οι Έλληνες τους καταδίωξαν μέχρι το 63ο χλμ. της οδού Θεσσαλονίκης – Σερρών και συνέλαβαν περίπου 500 αιχμαλώτους.
Το Γενικό Στρατηγείο λαμβάνει την πληροφορία ότι το Κιλκίς κατελήφθη και ότι ο βουλγαρικός στρατός καταδιώκεται.
Μετά από λίγο πληροφορείται, επίσης, ότι ο Λαχανάς κυριεύτηκε και πως οι Βούλγαροι υποχωρούν πανικόβλητοι προς το Στρυμόνα, γεγονός που επιβεβαιώθηκε από τα ίδια τα τμήματα.
Η τριήμερη μάχη του Κιλκίς – Λαχανά στοίχισε στον Ελληνικό Στρατό 8.700 νεκρούς και τραυματίες. Πολύ βαρύ το τίμημα, έκρινε όμως ολόκληρη την πορεία του πολέμου.
Η σημασία της δεν περιορίζεται μόνο στην απελευθέρωση της περιοχής. Η έκβαση αυτής της μάχης, έκρινε σε μεγάλο ποσοστό τους διεθνείς συσχετισμούς, τα σύγχρονα γεωγραφικά όρια και τις συνθήκες που ακολούθησαν.