Για τα όσα πέρασε στις 167 ημέρες που έμεινε φυλακισμένος στην Τουρκία μίλησε στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων ο λοχίας Δημήτρης Κούκλατζης, έχοντας στο πλευρό του την οικογένειά του, σκιαγραφώντας το χρονικό μιας απρόσμενης αλλά με αίσιο τέλος περιπέτειας.
Ο Έλληνας υπαξιωματικός υπογράμμισε ότι ούτε ο ίδιος, αλλά ούτε και ο συνάδελφός και συγκρατούμενός του, Άγγελος Μητρετώδης δεν φοβήθηκαν ποτέ. «Ο στρατός είναι οικογένεια και ξέρεις ότι ποτέ δεν είσαι μόνος. Εμπιστεύεσαι και τη ζωή σου ακόμη σε συναδέλφους, στην ηγεσία.
Οπότε δε φοβηθήκαμε ούτε στιγμή» σημείωσε ο Δημήτρης Κούκλατζης, προσθέτοντας πως το πρώτο συναίσθημα ήταν ένα ξάφνιασμα και όχι φόβος. «Ξάφνιασμα ήταν το πρώτο συναίσθημα τη στιγμή της σύλληψης, όχι φόβος… Ο στρατός είναι η επιλογή να υπερασπίζεσαι την πατρίδα σου. Είναι επιλογή μου να υπηρετώ και να ζω στα σύνορα της χώρας».
Για τις συνθήκες κράτησης και τις αρνητικές απαντήσεις στις αιτήσεις αποφυλάκισης, ο Έλληνας στρατιωτικός υπογράμμισε: «Είχα κάνει ένα ημερολόγιο και έσβηνα την κάθε μέρα που περνούσε. Έτσι δε χάνεται ο χρόνος.
Κυρίως διαβάζαμε και συζητούσαμε με τον Άγγελο για διάφορα θέματα. Σίγουρα ήταν πολύ σημαντικό το ότι δεν ήμουν μόνος. Το να είσαι μόνος, να μην έχεις κάποιον να μιλήσεις είναι πολύ δύσκολο.
Κουράγιο και αισιοδοξία μας έδιναν η πρόξενος που μας έλεγε για τις προσπάθειες που γίνονται και οι γονείς μας. Έτσι ελπίζαμε και περιμέναμε».
Για το αν είχαν εικόνα των διαστάσεων που είχε λάβει η υπόθεσή τους τόσο στη χώρα μας, όσο και στο εξωτερικό, ο Δημήτρης Κούκλατζης υποστήριξε ότι δεν είχαν στο μυαλό τους τον αντίκτυπο που είχε.
«Όχι, δεν είχαμε εικόνα για τις διαστάσεις που είχε πάρει η σύλληψή μας. Ξέραμε ό,τι μας έλεγαν οι γονείς στα επισκεπτήρια και η κ. πρόξενος» ανέφερε μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ. «Δεν φανταζόμουν ότι θα είχε πάρει τόσο μεγάλη έκταση.
Άγνωστος κόσμος που έστελνε ευχές για καλή Ανάσταση κ.α. Κάρτες και γράμματα απ’ όλη τη χώρα, απ’ όλο τον κόσμο, από τον Καναδά, την Αμερική, τη Γαλλία… Τα έχουμε πάρει όλα μαζί μας φεύγοντας…».
Παράλληλα, ο Δημήτρης Κούκλατζης έκανε αναφορά και στις συναντήσεις που είχαν με τις οικογένειές τους, τονίζοντας πως οι συναντήσεις ήταν αρχικά δύσκολες. «Μετά το συνηθίσαμε και ήταν πιο εύκολο. Περιμέναμε κάθε Τετάρτη το τηλεφώνημα και την Παρασκευή το επισκεπτήριο. Συζητούσαμε για τη ζωή εκτός της φυλακής, για τους συγγενείς, τους φίλους, όλα όσα μας περίμεναν όταν επιστρέφαμε. Έτσι τελείωνε η εβδομάδα και περιμέναμε την επόμενη» συμπλήρωσε.
Όσο για την είδηση της αποφυλάκισής τους και την επιστροφή τους στην Ελλάδα, ο Δ. Κούκλατζης ανέφερε πως αρχικά δεν το πίστευε ότι γυρνούν στην πατρίδα. «Όταν απογειώθηκε το αεροπλάνο ακόμη και τότε δεν είχαμε συνειδητοποιήσει τι είχε γίνει. Μόνο όταν ήμασταν στον αέρα και κοίταξα κάτω και είδα ελληνικό χώρο, είδα τον Λευκό Πύργο και την παραλία της Θεσσαλονίκης, τότε σιγουρεύτηκα ότι γυρίσαμε στη χώρα μας, ότι όλα τελείωσαν.
Όταν προσγειώθηκε το αεροπλάνο και είδαμε τον κόσμο που περίμενε ήταν ένα σοκ. Δεν ξέραμε, δεν περιμέναμε ότι θα είναι τόσος κόσμος. Όχι δεν νιώθω ήρωας. Είναι μία λέξη με μεγάλη βαρύτητα. Είναι άλλη η έννοια του ήρωα και δεν την πλησιάζουμε. Ήρωες είναι οι άνθρωποι που έχουν δώσει το αίμα, τη ζωή τους για σκοπούς ιερούς, για την πατρίδα. Δεν μπορείς να αισθανθείς ήρωας λοιπόν. Δεν συγκρινόμαστε» είπε.
Για την επόμενη μέρα από την περιπέτειά τους, ο λοχίας υπογράμμισε: «Νιώθω ότι ωρίμασα λίγο παραπάνω, ίσως τα βρήκα με τον εαυτό μου περισσότερο. Σίγουρα θέλω να ξεχάσω. Θέλω να κρατήσω μόνο την αγάπη και τη στήριξη που δεχθήκαμε απ’ όλους σε μια πολύ δύσκολη στιγμή…».
«Η ζωή μας άλλαξε σίγουρα από την 1η Μαρτίου, αλλά ευτυχώς μετά το τέλος της περιπέτειας ξέρουμε ότι άλλαξε μόνο γι’ αυτό το χρονικό διάστημα, που στην καθημερινότητά μας κυριαρχούσαν η αβεβαιότητα και η αγωνία», υποστήριξε ο πατέρας του Δημήτρη, Νίκος Κούκλατζης, ενώ η σύζυγός του Σοφία συμπλήρωσε πως «ξαφνικά ήρθαν τα πάνω κάτω στη ζωή μας».
«Δεν ήταν εύκολο. Πάρα πολλές στιγμές κλονίστηκε και η πίστη και η ελπίδα μας και όλα. Είναι ανθρώπινο. Ακούγαμε μηνύματα και δηλώσεις που ήταν αποθαρρυντικά. Προσπαθούσαμε να βρούμε κάτι να μας δώσει ελπίδα, να πούμε ότι υπάρχει μία πυγολαμπίδα στην άκρη του τούνελ, ένα φωτάκι και δεν υπήρχε… Υπήρχε όμως η πίστη μας.
Κάθε Τρίτη στις 7.00 ο πατήρ Αθανάσιος έκανε μία παράκληση στην Παναγία της Ορεστιάδας ειδικά για τα παιδιά… Σημαντικό είναι και ότι η απελευθέρωση των παιδιών έγινε την κατάλληλη ώρα και μέρα. Τρίτη 14 Αυγούστου ανακοινώθηκε και η επιστροφή τους», εξομολογείται η μητέρα του Δημήτρη, Σοφία.
«Ήταν πάρα πολύ δύσκολο. Σε κάθε επίσκεψη νιώθαμε αδύναμοι», είπε η μητέρα του λοχία στο ΑΠΕ-ΜΠΕ. «Έξω από τη φυλακή και λίγο πριν αρχίσει ο έλεγχος και οι δύο ήμασταν ράκη. Μετά όταν μπαίναμε άλλαζα προσωπείο, ήμουν χαρούμενη. Υπήρχαν κάποιες στιγμές που συγκινούμασταν με το Δημήτρη όταν ήμασταν από κοντά, αλλά πάντα προσπαθούσαμε να δώσουμε την εικόνα ότι θα τα καταφέρουμε.
Λέγαμε ότι πρέπει να κάνουμε υπομονή κι εμείς κι αυτός. Να αντέξουμε και να ξεπεράσουμε αυτή τη δοκιμασία μαζί. Όσος καιρός κι αν χρειαστεί θ’ αντέξουμε».
«Ήταν μια δύσκολη ώρα να βλέπεις το παιδί σου πίσω από τζάμι και να το αφήνεις εκεί, αλλά έπρεπε να το αντιμετωπίσουμε ψύχραιμα και με τη λογική εκείνης της στιγμής. Έπρεπε να είμαστε δυνατοί. Αυτό το είχα εμφυσήσει στον εαυτό μου, ότι πρέπει να είμαστε δυνατοί για να μεταδώσουμε δύναμη και στο παιδί, ν’ αντέξει το χρονικό διάστημα του εγκλεισμού, στον περιορισμένο αυτό χώρο.